Τι είναι το Ενδοκανναβινοειδές Σύστημα και ποιος είναι ο ρόλος του;
(Αναδημοσίευση με μετάφραση από: Leafly, “What Is the Endocannabinoid System and What Is Its Role?” https://www.leafly.com/…/science-tech/what-is-the-endocanna…, Nick Jikomes https://www.leafly.com/news/author/nick-jikomes, December 12, 2016, Science&Tech https://www.leafly.com/news/science-tech )
Κάποιοι από εμάς καταναλώνουν κάνναβη για τις επιδράσεις της που επηρεάζουν το μυαλό, ενώ άλλοι αναζητούν ανακούφιση από συμπτώματα. Όμως η κάνναβη δεν θα μας έδινε καμιά ευφορικότητα ή δεν θα είχε κάποια από τα θεραπευτικά της οφέλη αν τα σώματά μας δεν περιείχαν ήδη ένα βιολογικό σύστημα ικανό να αλληλεπιδράσει με τις δραστικές χημικές ενώσεις της, όπως η THC[1].
[1] “What Is THC (Tetrahydrocannabinol)?” (Τι είναι η THC (τετραϋδροκανναβινόλη);)
https://www.leafly.com/…/canna…/what-is-tetrahydrocannabinol
Το ενδοκανναβινοειδές μας σύστημα κάνει ακριβώς αυτό. Αλλά δεν υπάρχει μόνο για να μας επιτρέψει να απολαύσουμε τις επιδράσεις από την κατανάλωση της αγαπημένης μας ποικιλίας. Εξυπηρετεί έναν ζωτικό σκοπό για την υγεία και την ευημερία μας, διότι ρυθμίζει βασικές πτυχές της βιολογίας μας. Λοιπόν, τι κάνει και πώς λειτουργεί;
Ομοιόσταση: Παραμονή στη ζώνη της ύπαρξης ζωής (Goldilocks Zone[*])
Για να κατανοήσουμε το ανθρώπινο ενδοκανναβινοειδές σύστημα, είναι χρήσιμο να γνωρίζουμε λίγο σχετικά με μία από τις πιο θεμελιώδεις έννοιες της βιολογίας: την ομοιόσταση (homeostasis)[2]. Και ο καλύτερος τρόπος για να κατανοήσεις την ομοιόσταση είναι να σκεφτείς το παραμύθι “Goldilocks and thw Three Bears” (H Goldilocks και οι τρεις αρκούδες).
[*] Η ζώνη γύρω από έναν αστέρα (όπως ο ήλιος μας) που οι πλανήτες που βρίσκονται μέσα σε αυτήν μπορούν να φιλοξενήσουν ζωή, όπως την ξέρουμε στην γη. Είναι η κρίσιμη απόσταση από τον αστέρα, ούτε πολύ κοντά, αφόρητη ζέστη, ούτε πολύ μακριά, πολύ κρύο στην επιφάνεια.
[2] https://en.wikipedia.org/wiki/Homeostasis
Αυτό το κλασικό παραμύθι απεικονίζει την ιδέα ότι το καλύτερο αποτέλεσμα συχνά βρίσκεται κάπου στη μέση, ανάμεσα σε δύο άκρα. Δεν θέλουμε τα πράγματα να είναι ούτε πολύ ζεστά, ούτε πολύ κρύα, αλλά ακριβώς σωστά.
Η ομοιόσταση είναι η ιδέα ότι τα περισσότερα βιολογικά συστήματα ρυθμίζονται ενεργά για να διατηρούν τις συνθήκες μέσα σε ένα στενό εύρος. Το σώμα μας δεν θέλει τη θερμοκρασία του να είναι πολύ ζεστή ή πολύ κρύα, τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα να είναι πολύ υψηλά ή πολύ χαμηλά και ούτω καθεξής. Οι συνθήκες πρέπει να είναι ακριβώς σωστές, ιδανικές, για να διατηρούν τα κύτταρα μας τη βέλτιστη απόδοση και έχουν εξελιχθεί εξαιρετικοί μηχανισμοί για να τα επαναφέρουν πίσω στη ζώνη Goldilocks (δήλ. στην ιδανική κατάσταση) εάν μετακινηθούν έξω από αυτήν. Το ενδοκανναβινοειδές σύστημα του οργανισμού (ΕΚΣ) είναι ένα ζωτικής σημασίας μοριακό σύστημα για τη διατήρηση αυτού ακριβώς, της ομοιόστασης, να βοηθά δηλαδή τα κύτταρα να παραμείνουν στη ζώνη Goldilocks.
Βασικά τεμάχια του ενδοκανναβινοειδούς συστήματος (ΕΚΣ)
Λόγω του ζωτικού του ρόλου στην ομοιόσταση, το ΕΚΣ είναι διαδεδομένο σε όλο το ζωικό βασίλειο. Τα βασικά του κομμάτια εξελίχθηκαν εδώ και πολύ καιρό και το ΕΚΣ μπορεί να βρεθεί σε όλα τα σπονδυλωτά είδη.
Τα τρία βασικά στοιχεία του ΕΚΣ είναι:
* Οι υποδοχείς κανναβινοειδών που βρίσκονται στην επιφάνεια των κυττάρων
* Τα ενδοκανναβινοειδή, μικρά μόρια που ενεργοποιούν τους υποδοχείς κανναβινοειδών
* Τα μεταβολικά ένζυμα που διασπούν τα ενδοκανναβινοειδή μετά τη χρήση τους
Υποδοχείς κανναβινοειδών
Οι υποδοχείς κανναβινοειδών κάθονται στην επιφάνεια των κυττάρων και “ακούν” τις συνθήκες έξω από το κύτταρο. Μεταδίδουν πληροφορίες σχετικά με τις μεταβαλλόμενες συνθήκες στο εσωτερικό του κυττάρου, ξεκινώντας την κατάλληλη κυτταρική απόκριση.
Υπάρχουν δύο κύριοι υποδοχείς κανναβινοειδών: ο CB1 και ο CB2. Αυτοί δεν είναι οι μόνοι κανναβινοειδείς υποδοχείς, αλλά ήταν οι πρώτοι που ανακαλύφθηκαν και παραμένουν οι καλύτερα μελετημένοι. Οι υποδοχείς CB1 είναι από τους πιο άφθονους τύπους υποδοχέων στον εγκέφαλο. Αυτοί είναι οι υποδοχείς που αλληλεπιδρούν με την THC για να δώσουν στους ανθρώπους την ευφορικότητα (ανάμεσα στα άλλα)[3]. Οι υποδοχείς CB2 είναι πιο άφθονοι έξω από το νευρικό σύστημα, σε μέρη όπως το ανοσοποιητικό σύστημα. Ωστόσο, και οι δύο υποδοχείς μπορούν να βρεθούν σε ολόκληρο το σώμα (Εικόνα 1).
[3] “Why Does Cannabis Get You ‘High’ and Make You Feel Good?” (Γιατί η κάνναβη σου δίνει ευφορικότητα και σε κάνει να αισθάνεσαι καλά;) https://www.leafly.com/…/why-does-cannabis-make-you-feel-go…
Εικόνα 1: Πού βρίσκονται οι υποδοχείς CB1 και CB2 στο σώμα;
Οι υποδοχείς CB1 και CB2 είναι βασικοί παράγοντες στο ενδοκανναβινοειδές σύστημα (ΕΚΣ). Βρίσκονται στην επιφάνεια πολλών διαφορετικών τύπων κυττάρων στο σώμα. Και οι δύο υποδοχείς βρίσκονται σε όλο το σώμα, αλλά οι υποδοχείς CB1 είναι πιο άφθονοι στο κεντρικό νευρικό σύστημα, συμπεριλαμβανομένων των νευρώνων στον εγκέφαλο. Αντίθετα, οι υποδοχείς CB2 είναι πιο άφθονοι εκτός του νευρικού συστήματος, συμπεριλαμβανομένων των κυττάρων του ανοσοποιητικού συστήματος.
Ενδοκανναβινοειδή
Τα ενδοκανναβινοειδή είναι μόρια που, όπως το φυτικό κανναβινοειδές THC, δεσμεύονται και ενεργοποιούν τους υποδοχείς κανναβινοειδών. Ωστόσο, σε αντίθεση με την THC, τα ενδοκανναβινοειδή παράγονται φυσιολογικά από τα κύτταρα στο ανθρώπινο σώμα (το “ενδο” σημαίνει εντός, δηλ. μέσα στο σώμα).
Υπάρχουν δύο βασικά ενδοκανναβινοειδή: το ανανδαμίδιο (Ν-αραχιδονουλοαιθανολαμίνη, N-arachidonoylethanolamine ή AEA)[*] και η 2-AG (2-αραχιδονυλογλυκερόλη, 2-Arachidonoylglycerol)[*] (Εικόνα 2). Αυτά τα ενδοκανναβινοειδή παρασκευάζονται από μόρια που μοιάζουν με λιπαρά, μέσα στις κυτταρικές μεμβράνες και συντίθενται κατά παραγγελία. Αυτό σημαίνει ότι γίνονται και χρησιμοποιούνται ακριβώς όταν χρειάζονται, αντί να συσκευάζονται και να αποθηκεύονται για μεταγενέστερη χρήση όπως πολλά άλλα βιολογικά μόρια.
[*] https://en.wikipedia.org/wiki/Anandamide
και https://en.wikipedia.org/wiki/2-Arachidonoylglycerol
Εικόνα 2: Το ανανδαμίδιο και η 2-AG είναι τα δύο κύρια ενδοκανναβινοειδή.
Τα κανναβινοειδή είναι μια κατηγορία μορίων που χαρακτηρίζονται από την ικανότητά τους να ενεργοποιούν κανναβινοειδείς υποδοχείς όπως οι CB1 και CB2. Το ανανδαμίδιο και η 2-AG είναι τα δύο μείζονα ενδοκανναβινοειδή που παράγονται φυσιολογικά στο σώμα. Η THC είναι το ψυχοδραστικό φυτικό κανναβινοειδές που παράγεται από την κάνναβη. Και τα τρία αυτά κανναβινοειδή μπορούν να ενεργοποιήσουν τους υποδοχείς CB1 και CB2, αν και το καθένα έχει διαφορετική ισχύ σε κάθε υποδοχέα.
Μεταβολικά ένζυμα
Το τρίτο κομμάτι της ενδοκανναβινοειδούς τριάδας περιλαμβάνει τα μεταβολικά ένζυμα που καταστρέφουν γρήγορα τα ενδοκανναβινοειδή όταν αυτά χρησιμοποιούνται. Τα δύο μεγάλα ένζυμα είναι η Υδρολάση Αμιδίων Λιπαρών Οξέων, Fatty Acid Amide Hydrolase, FAAH)[4], το οποίο διασπά το ανανδαμίδιο και η Μονοακυλογλυκερόλη Λιπάση (Monoacylglycerol Lipase, MAGL)[5], το οποίο διασπά την 2-AG (Εικόνα 3). Αυτά τα ένζυμα εξασφαλίζουν ότι τα ενδοκανναβινοειδή χρησιμοποιούνται όταν χρειάζονται, αλλά όχι περισσότερο από το αναγκαίο. Αυτό διακρίνει τα ενδοκανναβινοειδή από πολλά άλλα μοριακά σήματα στο σώμα, όπως ορμόνες ή κλασικούς νευροδιαβιβαστές, οι οποίοι μπορούν να παραμείνουν για πολλά δευτερόλεπτα ή λεπτά ή να συσκευάζονται και να αποθηκεύονται για μεταγενέστερη χρήση.
[4] https://en.wikipedia.org/wiki/Fatty_acid_amide_hydrolase
[5] https://en.wikipedia.org/wiki/Monoacylglycerol_lipase
Εικόνα 3: Τα FAAH και τα MAGL είναι τα βασικά ένζυμα του ενδοκανναβινοειδούς συστήματος.
Τα ένζυμα είναι μόρια που επιταχύνουν τις χημικές αντιδράσεις στο σώμα, συχνά για τη διάσπαση μορίων. Τα FAAH και τα MAGL είναι βασικοί παράγοντες στο ΕΚΣ, διότι γρήγορα καταστρέφουν τα ενδοκανναβινοειδή. Τα FAAH καταστρέφουν το ανανδαμίδιο, ενώ τα MAGL διασπούν την 2-AG. Αυτά τα ένζυμα διασπούν τα ενδοκανναβινοειδή πολύ γρήγορα, αλλά δεν είναι αποτελεσματικά στην διάσπαση φυτικών κανναβινοειδών όπως η THC.
Τα τρία βασικά συστατικά του ΕΚΣ μπορούν να βρεθούν σε σχεδόν κάθε σημαντικό σύστημα του σώματος. Όταν κάτι βγάζει ένα κύτταρο έξω από τη ζώνη Goldilocks, αυτοί οι τρεις πυλώνες του ΕΚΣ καλούνται συχνά για επαναφέρουν τα πράγματα στην φυσιολογική τους κατάσταση, διατηρώντας έτσι την ομοιόσταση. Λόγω του ρόλου του στην προσπάθεια να επαναφέρει τα πράγματα πίσω στη φυσιολογική ζώνη Goldilocks, το ΕΚΣ ενεργοποιείται συχνά μόνο όταν και όπου χρειάζεται. Ο Dr. Vincenzo Di Marzo[6], Research Director στο Institute of Biomolecular Chemistry στην Ιταλία, μας το έθεσε έτσι:
“Με την ‘υπέρ-ομοιοστατική δράση του ΕΚΣ’ εννοούμε ότι αυτό το σύστημα χημικών σημάτων ενεργοποιείται προσωρινά μετά από αποκλίσεις από την κυτταρική ομοιόσταση. Όταν αυτές οι παρεκκλίσεις είναι μη φυσιολογικές, το προσωρινά ενεργοποιημένο ΕΚΣ επιχειρεί να επιδιορθώσει, με χώρο- και χρόνο- επιλεκτικό τρόπο, και να επαναφέρει την προηγούμενη φυσιολογική κατάσταση (ομοιοστασία)”.
[6] “Endocannabinoid System: Di Marzo of Italy 2012”
(Ενδοκανναβινοειδές Σύστημα: Di Marzo, Ιταλία 2012)
https://youtu.be/M8S2nfotTR8
Youtube βίντεο διάρκεια 00:20:29
Κανάλι CannabisPatientNet https://www.youtube.com/channel/UCw2tR14wjbvO9hYzRQwkfWA
Δημοσιεύθηκε στις 21 Ιουνίου 2013
“Πήρα μια συνέντευξη στον Vincenzo, στο Tucson της Αριζόνα το 2012 στο συνέδριο National Clinical Conference on Cannabis Therapeutics. Το συνέδριο του 2012 επικεντρώθηκε στο θέμα “The Endocannabinoid System: Clinical Implications for Health Care” (Ενδοκανναβινοειδές Σύστημα: Κλινικές επιπτώσεις για την υγειονομική περίθαλψη).
Ο Dr. Vincenzo Di Marzo είναι Research Director στο Institute of Bio molecular Chemistry του National Research Council (ICB-CNR) στην Pozzuoli, Naples, Ιταλία, coordinator της Endocannabinoid Research Group στο Naples region και Adjunct Associate Professor στο Department of Pharmacology and Toxicology του Medical College of Virginia στο Virginia Commonwealth University του Richmond.
Ο Dr. Marzo τιμήθηκε με το ChemD από το University of Naples το 1983 και κάτοχος PhD biochemistry and molecular pharmacology από το Imperial College in London το 1988. Επίσης, ολοκλήρωσε μεταδιδακτορικές σπουδές στην lipid biochemistry και natural product chemistry στο ICB-CNR το 1990 .
Ο Dr. Di Marzo είναι συν-συγγραφέας περισσότερων από 450 άρθρων που έχουν δημοσιευθεί σε επιστημονικά περιοδικά, συμπεριλαμβανομένων αρκετών ανασκοπήσεων για τα ενδοκανναβινοειδή. Είναι επίσης συντάκτης ή συν-συντάκτης τριών βιβλίων για τα ενδοκανναβινοειδή. Είναι Editor-in-Chief Recent Patents στο CNS Drug Discovery. Επιπλέον, είναι, ή ήταν, editorial board στο Prostaglandins, Leukotrienes, and Essential Fatty Acids; Critical Reviews στο Neurobiology; Recent Patents στο CNS Drug Discovery και στα British Journal of Pharmacology, CNS & Neurological Disorders-Drug Targets, The Open Medicinal Chemistry Journal, The Open Drug Discovery Journal. Είναι Editor-in-Chief στο Recent Patents του CNS Drug Discovery. Το 2010 ήταν ο 1ος πιο συχνά αναφερόμενος συγγραφέας στο επιστημονικό πεδίο της “Pharmacology and Toxicology”.
Ο Dr. Di Marzo είναι αποδέκτης πολυάριθμων ερευνητικών επιχορηγήσεων, μεταξύ των οποίων και η ερευνητική επιχορήγηση του Human Science Frontier Science Program για τη μελέτη των σχέσεων βιοσύνθεσης, μεταβολισμού και δομής-δραστικότητας του ανδαμιδίου. μια ερευνητική επιχορήγηση INTAS για τη μελέτη του ανοσοδιαμορφωτικού ρόλου των ενδοκανναβινοειδών και τριετή υποτροφία έρευνας από το VolkswagenStiftung στη Γερμανία. Έχει διατελέσει President της International Cannabinoid Research Society (ICRS) μεταξύ 2004 και 2005. Από το Δεκέμβριο του 2005 είναι member of the board της International Chair του Cardiometabolic Risk of Laval. Τον Ιούνιο του 2006 τιμήθηκε με την υποτροφία Merkator για ξένους επιστήμονες από το Deutsche Forschungsgemeinshaft. Τον Ιούνιο του 2007, του απονεμήθηκε από το ICRS το βραβείο Mechoulam για “τις εξαιρετικές συνεισφορές του στην έρευνα για τα κανναβινοειδή”.
Με άλλα λόγια, το ΕΚΣ βοηθά τα πράγματα να επιστρέψουν στη βιολογική ζώνη Goldilocks.
Παρακάτω θα εξετάσουμε παραδείγματα για το πώς το ΕΚΣ βοηθά στη διατήρηση της ομοιόστασης σε δύο τομείς: την πυροδότηση εγκεφαλικών κυττάρων στο νευρικό σύστημα και την φλεγμονώδη αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος.
Η ενδοκανναβινοειδής ρύθμιση πυροδότησης κυττάρων εγκεφάλου
Τα κύτταρα του εγκεφάλου (νευρώνες) επικοινωνούν στέλνοντας ηλεκτροχημικά σήματα[7] μεταξύ τους. Κάθε νευρώνας πρέπει να ακούει τους συνεργάτες του για να αποφασίσει εάν θα πυροδοτήσει το δικό του σήμα σε οποιαδήποτε στιγμή. Ωστόσο, οι νευρώνες δεν επιθυμούν να έχουν και πάρα πολλή εισροή – υπάρχει και για αυτά μια ζώνη Goldilocks. Εάν επιβαρύνονται με σήματα, μπορεί αυτό να τα κάνει τοξικά. Εκεί έρχονται τα ενδοκανναβινοειδή.
[7] “CBD and the Brain: What Does It Do and What Is It Good For?” (Η CBD και ο εγκέφαλος: Τι κάνει και ποιο πράγμα είναι καλό;) https://www.leafly.com/news/science-tech/what-does-cbd-do
Ας εξετάσουμε ένα απλοποιημένο σενάριο όπου ένας νευρώνας ακούει δύο άλλους. Ένας από αυτούς τους δύο νευρώνες μπορεί να γίνει υπερδραστήριος και να στείλει πάρα πολλά σήματα στον νευρώνα που ακούει. Όταν συμβεί αυτό, ο νευρώνας που ακούει θα παράγει ενδοκανναβινοειδή συγκεκριμένα εκεί όπου συνδέεται με τον υπερδραστήριο νευρώνα. Αυτά τα ενδοκανναβινοειδή θα ταξιδέψουν πίσω στον “φωνακλά” νευρώνα και εκεί θα δεσμευτούν στους υποδοχείς CB1, μεταδίδοντας ένα σήμα το οποίο θα τον καθοδηγήσει να ηρεμήσει. Αυτό φέρνει τα πράγματα πίσω στη ζώνη Goldilocks, διατηρώντας την ομοιόσταση (Εικόνα 4).
Εικόνα 4: Τα ενδοκανναβινοειδή σήματα ρυθμίζουν πόσο δραστικά είναι τα εγκεφαλικά μας κύτταρα.
Υπό κανονικές συνθήκες (πάνω αριστερά), ένα δεδομένο κύτταρο εγκεφάλου (νευρώνας) θα πάρει ακριβώς τη σωστή ποσότητα εισροών από τους συνεργάτες του – όχι πάρα πολύ, όχι πολύ λίγο. Ωστόσο, ορισμένοι από τους συνεργάτες του μπορεί να γίνουν υπερβολικοί και να στείλουν υπερβολικό αριθμό σημάτων (επάνω δεξιά). Ο νευρώνας που ακούει θα το ανιχνεύσει αυτό και θα απελευθερώσει ενδοκανναβινοειδή που θα λένε στον άλλο νευρώνα να ηρεμήσει (κάτω). Αυτός ο μηχανισμός βοηθάει στη διατήρηση της ομοιόστασης, επειδή βοηθάει στην αποτροπή των νευρώνων από το να στέλνουν πάρα πολλά σήματα.
Όπως φαίνεται στο παραπάνω παράδειγμα, τα ενδοκανναβινοειδή μετακινούνται προς τα πίσω, γι’ αυτό και είναι γνωστά ως ανάδρομα (ή οπισθόδρομα) σήματα. Τις περισσότερες φορές, η ροή πληροφοριών μεταξύ νευρώνων είναι αυστηρά προς μία κατεύθυνση, από τους νευρώνες “αποστολείς” που απελευθερώνουν σήματα νευροδιαβιβαστών σε νευρώνες “δέκτες” που ακούν αυτά τα σήματα. Τα ενδοκανναβινοειδή επιτρέπουν στους νευρώνες δέκτες να ρυθμίζουν πόση εισροή θα λαμβάνουν στην είσοδό τους και το κάνουν αυτό με την αποστολή προς τα πίσω σημάτων (ενδοκανναβινοειδή), πίσω στους υπερδραστικούς νευρώνες αποστολείς.
Αλλά ο εγκέφαλος δεν είναι το μόνο όργανο που χρειάζεται να διατηρεί την ομοιόσταση. Κάθε άλλο σύστημα του σώματος, από το πεπτικό έως το ανοσοποιητικό σύστημα, πρέπει να ρυθμίζει προσεκτικά τον τρόπο λειτουργίας των κυττάρων του. Η σωστή ρύθμιση είναι ζωτικής σημασίας για τη διασφάλιση της επιβίωσης.
Ενδοκαναβινοειδής ρύθμιση της φλεγμονής
Η φλεγμονή είναι μια φυσική προστατευτική αντίδραση που έχει το ανοσοποιητικό σύστημα ως απάντηση σε λοίμωξη ή φυσική βλάβη. Ο σκοπός της φλεγμονής είναι η απομάκρυνση των παθογόνων μικροοργανισμών (μικροβίων) ή των ιστών που έχουν υποστεί βλάβη. Η φλεγμονή σε περιοχή παράγεται από τα υγρά και τα κύτταρα του ανοσοποιητικού που μετακινούνται στην περιοχή για να κάνουν τη βρώμικη εργασία και να προσπαθήσουν να επιστρέψουν τα πράγματα στη ζώνη Goldilocks.
Είναι σημαντικό η φλεγμονή να περιορίζεται στη θέση της βλάβης και να μην παραμένει περισσότερο από όσο χρειάζεται, γεγονός που μπορεί να προκαλέσει βλάβη. Η χρόνια φλεγμονή και οι αυτοάνοσες ασθένειες αποτελούν παραδείγματα του ανοσοποιητικού συστήματος που ενεργοποιείται ακατάλληλα. Όταν συμβαίνει αυτό, η φλεγμονώδης ανταπόκριση διαρκεί πολύ καιρό (που έχει σαν αποτέλεσμα χρόνια φλεγμονή) ή γίνεται κατευθυνόμενη προς υγιή κύτταρα (γνωστή ως αυτοάνοση κατάσταση).
Γενικά, τα ενδοκανναβινοειδή φαίνεται να καταστέλλουν ή να περιορίζουν τα φλεγμονώδη σήματα του ανοσοποιητικού συστήματος. Ο καθηγητής Prakash Nagarkatti[8], Vice President for Research στο University of South Carolina, του οποίου το εργαστήριο μελετά την ενδοκανναβινοειδή ρύθμιση των ανοσολογικών αποκρίσεων, μας είπε πως η αποτύπωση του ΕΚΣ μπορεί να είναι ένας καλός τρόπος για τη θεραπεία φλεγμονωδών ασθενειών.
“Το μεγαλύτερο μέρος της έρευνάς μας αποδεικνύει ότι τα ενδοκανναβινοειδή παράγονται κατά την ενεργοποίηση των ανοσοκυττάρων και μπορεί να βοηθήσουν στη ρύθμιση της ανοσοαπόκρισης με δράση ως αντιφλεγμονώδεις παράγοντες. Έτσι, οι παρεμβάσεις που χειρίζονται τον μεταβολισμό ή την παραγωγή των ενδοκανναβινοειδών μπορούν να χρησιμεύσουν ως μια νέα μέθοδο θεραπείας έναντι ενός ευρέος φάσματος φλεγμονωδών νόσων”.
[8] “Research Interests Immunotoxicity of TCDD and other endocrine disruptors” (Ερευνητικό ενδιαφέρον στην ανοσοτοξικότητα του TCDD και άλλων ενδοκρινικών διαταρακτών) http://pmi.med.sc.edu/PNagarkatti.asp
Ας εξετάσουμε μια φυσιολογική ανοσοαπόκριση που προκαλείται από μια βακτηριακή λοίμωξη. Πρώτα, τα ανοσοκύτταρα ανιχνεύουν την παρουσία βακτηρίων και απελευθερώνουν προ-φλεγμονώδη μόρια που λένε σε άλλα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος να έρθουν και να συμμετάσχουν στον αγώνα. Απελευθερώνονται επίσης και ενδοκανναβινοειδή (Εικόνα 5), τα οποία επίσης σηματοδοτούν και άλλα ανοσοκύτταρα να τρέξουν για βοήθεια και πιθανόν να συμβάλλουν στον περιορισμό της φλεγμονώδους αντίδρασης, ώστε να μην είναι αυτή υπερβολική. Έπειτα με τη σωστή ρύθμιση της φλεγμονής, το ανοσοποιητικό σύστημα μπορεί να καταστρέψει τα μικρόβια ή να απομακρύνει τον κατεστραμμένο ιστό και στη συνέχεια να σταματήσει. Αυτό αποτρέπει την υπερβολική φλεγμονή, επιτρέποντας στα κύτταρα, και έτσι στο σώμα, να επιστρέψουν στη ζώνη Goldilocks.
Εικόνα 5: Τα ενδοκανναβινοειδή βοηθούν στη ρύθμιση της φλεγμονής.
Υπό κανονικές συνθήκες (πάνω αριστερά), τα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος περιπολούν το σώμα, σε προειδοποίηση για τυχόν εισβολείς, όπως τα βακτήρια. Κατά τη διάρκεια μιας βακτηριακής λοίμωξης (πάνω δεξιά), τα ανοσοκύτταρα ανιχνεύουν την παρουσία βακτηριδίων και στη συνέχεια απελευθερώνουν μια ποικιλία μορίων για να βοηθήσουν στην τοποθέτηση αμυντικής επίθεσης (κάτω). Αυτά τα σήματα περιλαμβάνουν προ-φλεγμονώδη μόρια (μικροί κύκλοι) που βοηθούν στην πρόσληψη περισσότερων κυττάρων του ανοσοποιητικού συστήματος στη θέση της λοίμωξης. Τα ενδοκανναβινοειδή (μικρά διαμάντια) επίσης απελευθερώνονται και είναι πιθανό να συμβάλλουν στη ρύθμιση του μεγέθους και της έκτασης αυτής της φλεγμονώδους αντίδρασης.
Πώς φυτικά κανναβινοειδή όπως η THC και η CBD αλληλεπιδρούν με το ενδοκανναβινοειδές σύστημα;
Ο λόγος που τα φυτικά κανναβινοειδή έχουν ψυχοδραστικές και φαρμακευτικές επιδράσεις στο σώμα είναι, σε μεγάλο βαθμό, επειδή έχουμε ένα ενδοκανναβινοειδές σύστημα (ΕΚΣ) με το οποίο μπορούν να αλληλεπιδρούν. Για παράδειγμα, η THC μας δίνει ευφορικότητα επειδή ενεργοποιεί τον υποδοχέα CB1[9] μέσα στον εγκέφαλο. Τα ενδοκανναβινοειδή όπως το ανανδαμίδιο ενεργοποιούν επίσης τον CB1.
[9] “Scientists Solve Structure of Receptor That Allows THC to Get You High” (Οι επιστήμονες επιλύουν τη δομή του υποδοχέα που επιτρέπει στην THC να μας δίνει ευφορικότητα) https://www.leafly.com/…/scientists-solve-structure-recepto…
Γιατί λοιπόν δεν είμαστε συνεχώς σε ευφορία;
Υπάρχουν μερικοί σημαντικοί λόγοι. Κατ’ αρχάς, η THC δεν αλληλεπιδρά με τους υποδοχείς CB1 με τον ίδιο ακριβώς τρόπο όπως τα φυσικά ενδοκανναβινοειδή του σώματος. Δεύτερον, τα μεταβολικά ένζυμα που διασπούν γρήγορα τα ενδοκανναβινοειδή όπως το ανανδαμίδιο, δεν δουλεύουν το ίδιο στην THC, οπότε η THC παραμένει πολύ περισσότερο.
Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι τα μόρια όπως τα κανναβινοειδή και άλλοι νευροδιαβιβαστές σπάνια αλληλεπιδρούν με μόνο έναν τύπο υποδοχέα, συχνά αλληλεπιδρούν με πολλούς. Το φυτικό κανναβινοειδές CBD το απεικονίζει αυτό πολύ ωραία, καθώς αλληλεπιδρά με πολυάριθμους τύπους υποδοχέων στον εγκέφαλο. Έτσι, ενώ τα φυτικά κανναβινοειδή μπορούν να ενεργοποιήσουν τους ίδιους υποδοχείς κανναβινοειδών όπως τα ενδοκανναβινοειδή, πιθανότατα θα αλληλεπιδράσουν με αρκετούς άλλους υποδοχείς και συνεπώς θα έχουν ξεχωριστά αποτελέσματα.
[10] (ό.π.) βλ. [7]
Η CBD είναι επίσης ενδιαφέρουσα επειδή μπορεί να επηρεάσει τα συνολικά επίπεδα ενδοκανναβινοειδών στον εγκέφαλο, αυτό που αναφέρεται ως “ενδοκανναβινοειδής τόνος” (endocannabinoid tone). Η CBD αναστέλλει το ένζυμο FAAH, το οποίο διασπά το ανανδαμίδιο. Επομένως, η CBD μπορεί να αυξήσει τα επίπεδα ανανδαμιδίου εμποδίζοντας την FAAH να το διασπάσει. Η αναστολή του ενζύμου FAAH έχει αποδειχθεί ότι είναι μια χρήσιμη στρατηγική για τη θεραπεία των διαταραχών άγχους και κάποιες από τις αντι-αγχωτικές ιδιότητες της CBD[11] μπορεί να προέρχονται από την ικανότητά της να αναστέλλει αυτό το ένζυμο και έτσι να αυξάνει τον ενδοκανναβινοειδή τόνο.
[11] “How Cannabidiol (CBD) Works for Treating Anxiety” (Πώς λειτουργεί η κανναβιδιόλη (CBD) για τη αντιμετώπιση του άγχους) https://www.leafly.com/news/health/cbd-for-treating-anxiety
Περίληψη
Το ενδοκανναβινοειδές σύστημα (ΕΚΣ), που αποτελείται από υποδοχείς κανναβινοειδών, μόρια ενδοκανναβινοειδών και τα μεταβολικά ένζυμα τους, είναι ένα κρίσιμο μοριακό σύστημα που χρησιμοποιεί το σώμα για να διατηρήσει την ομοιόσταση. Λόγω του ζωτικού ρόλου του στο να εξασφαλίζει ότι τα κύτταρα και τα συστήματα παραμένουν στη φυσιολογική ζώνη Goldilocks, το ΕΚΣ ρυθμίζεται αυστηρά. Αναπτύσσεται δε ακριβώς όποτε και όπου χρειαστεί. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι η ενεργοποίηση του ΕΚΣ, μέσω κατανάλωσης κάνναβης ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, θα κάνει πάντα τα πράγματα μόνο σωστά.
Όπως κάθε άλλο πολύπλοκο βιολογικό σύστημα, το ΕΚΣ μπορεί να λειτουργήσει στραβά. “Εάν η απόκλιση από τη φυσιολογική ομοιόσταση είναι παρατεταμένη, εξαιτίας είτε εξωτερικών παραγόντων είτε χρόνιων παθολογικών καταστάσεων, το ΕΚΣ μπορεί να χάσει τον επιλεκτικό τρόπο σε χώρο και χρόνο και να αρχίσει να επηρεάζει ακατάλληλα κύτταρα”, εξήγησε ο Dr. Di Marzo. “Σε αυτές τις περιπτώσεις, το ΕΚΣ, αντί να είναι επωφελές, μπορεί στην πραγματικότητα να συμβάλει στην πρόοδο της νόσου”.
Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι η ενεργοποίηση του ΕΚΣ, μέσω κατανάλωσης κάνναβης ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, δεν είναι θεραπεία. Και όπως είναι και το μεγαλύτερο μέρος της βιολογίας έτσι είναι και αυτό περίπλοκο.
Με την κατανόηση της βιολογικής αρχής Goldilocks (ομοιόσταση) και του τρόπου με τον οποίο το ΕΚΣ την παρουσιάζει σε κυτταρικό επίπεδο, μπορούμε να εκτιμήσουμε περισσότερο γιατί έχουμε αρχικά ένα ΕΚΣ και πώς μπορεί να λειτουργήσει μια ποικιλία θεραπειών με βάση την κάνναβη. Η παρουσία και η κρίσιμη λειτουργία του ΕΚΣ σε πολλά συστήματα του σώματος, συμπεριλαμβανομένου του νευρικού και του ανοσοποιητικού συστήματος, εξηγεί γιατί μια τόσο μεγάλη ποικιλία παθήσεων και ασθενειών ανταποκρίνεται στις παρεμβάσεις που βασίζονται στην κάνναβη.
Βιβλιογραφικές αναφορές
* Gunduz-cinar Ο, Hill MN, Mcewen BS, Holmes Α. “Amygdala FAAH and anandamide: mediating protection and recovery from stress” (Τα FAAH της αμυγδαλής και το ανανδαμίδιο: μεσολάβηση της προστασίας και της ανάκαμψης από το άγχος” Trends Pharmacol Sci. 2013 · 34 (11): 637-44.
https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/24325918
Περίληψη
“Μια μακροχρόνια βιβλιογραφία που συνδέει τα ενδοκανναβινοειδή με το άγχος, το φόβο και την ανησυχία έχει οδηγήσει σε αυξανόμενο ενδιαφέρον για την ανάπτυξη νέων αγχολυτικών με στόχο το ενδοκανναβινοειδές σύστημα (ΕΚΣ). Μετά την ταχεία βιοσύνθεση και αποικοδόμηση κατά την ενεργοποίηση των νευρώνων, η Ν-αραχιδονουλοαιθανολαμίδη του ΕΚΣ (δηλ. το ανανδαμίδιο, ΑΕΑ) αποικοδομείται ενεργά από το ένζυμο υδρολάσης σερίνης, υδρολάσης αμιδίου λιπαρού οξέος (fatty acid amide hydrolase, FAAH). Η έκθεση στο άγχος κινητοποιεί γρήγορα τα FAAH να καταστρέψουν την ομάδα σηματοδότησης του ΑΕΑ και αυξάνει τη νευρωνική διέγερση σε μια βασική περιοχή που προκαλεί άγχος – τη πλαγιοβασική αμυγδαλή (basolateral amygdala, BLA). Η διαγραφή γονιδίων ή η φαρμακολογική αναστολή των FAAH αποτρέπει τις επαγόμενες από το στρες μειώσεις του ΑΕΑ και τις σχετικές αυξήσεις της δενδριτικής υπερτροφίας και της συμπεριφοράς που μοιάζει με άγχος. Επιπλέον, η παρεμπόδιση των FAAH διευκολύνει τη μακροχρόνια εξαφάνιση του φόβου και διασώζει την ελαττωματική απώλεια φόβου σε μοντέλα τρωκτικών ενισχύοντας την σηματοδότηση υποδοχέα AEA-CB1 (κανναβινοειδούς τύπου 1) και τη συναπτική πλαστικότητα στην BLA. Αυτά τα προκλινικά ευρήματα προτείνουν την αποκατάσταση ανεπαρκών επιπέδων BLA AEA με φαρμακολογική αναστολή των FAAH ως μηχανισμού θεραπευτικής αμβλύνσεως των επιδράσεων του τραυματικού στρες”.
* Ligresti Α, De petrocellis L, Di marzo V. “From Phytocannabinoids to Cannabinoid Receptors and Endocannabinoids: Pleiotropic Physiological and Pathological Roles Through Complex Pharmacology” (Από φυτοκανναβινοειδή στους υποδοχείς κανναβινοειδών και τα ενδοκανναβινοειδή: Πλειοτροπικοί φυσιολογικοί και παθολογικοί ρόλοι μέσω σύνθετης φαρμακολογίας) Physiol Rev. 2016, 96 (4): 1593-659.
https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/27630175
Περίληψη
“Εκτός από τη χρήση και την κατάχρηση για τουλάχιστον τέσσερις χιλιετίες για, μεταξύ άλλων, ψυχαγωγικούς και ιατρικούς σκοπούς, το φυτό της κάνναβης και τα πιο περίεργα χημικά συστατικά του, τα φυτικά κανναβινοειδή (φυτοκανναβινοειδή), έχουν το πλεονέκτημα ότι οδήγησαν την ανθρωπότητα να ανακαλύψει ένα τα πιο ενδιαφέρουσα και πλειοτροπικά συστήματα ενδογενούς σηματοδότησης, το ενδοκανναβινοειδές σύστημα (ΕΚΣ). Αυτό το άρθρο ανασκόπησης έχει ως στόχο να περιγράψει και να συζητήσει με κριτικό τρόπο, με τον πληρέστερο δυνατό τρόπο, τις πολυδιάστατες πτυχές 1) της φαρμακολογίας και του δυνητικού αντίκτυπου στη φυσιολογία των θηλαστικών όλων των μεγάλων φυτοκανναβινοειδών και όχι μόνο της πιο διακεκριμένης Δ(9)-τετραϋδροκανναβινόλης και 2) τους προσαρμοστικούς προ-ομοιοστατικούς φυσιολογικούς ή μη προσαρμόσιμους παθολογικούς ρόλους του ΕΚΣ σε κύτταρα, ιστούς και όργανα θηλαστικών. Με αυτόν τον τρόπο, τηρήσαμε τη χρονολογική σειρά των ορόσημων της χιλιετούς διαδρομής από την κάνναβη για ιατρικούς / ψυχαγωγικής χρήσης στο ΕΚΣ και πέρα από αυτό, καθώς είναι πλέον σαφές ότι μερικά από τα πρώτα βήματα σε αυτή τη μακρά πορεία, τα οποία είχαν αρχικά παραμεληθεί, είναι να γίνουν και πάλι σημαντικά. Η αναδυόμενη εικόνα είναι μάλλον περίπλοκη, αλλά εξακολουθεί να υποστηρίζει την πεποίθηση ότι πιο σημαντικές ανακαλύψεις σχετικά με την ανθρώπινη φυσιολογία και τις νέες θεραπείες θα μπορούσαν να προκύψουν στο μέλλον από νέες γνώσεις στον τομέα αυτό”.
* Nagarkatti Ρ, Pandey R, Rieder SA, Hegde VL, Nagarkatti Μ. “Cannabinoids as novel anti-inflammatory drugs” (Τα κανναβινοειδή ως νέα αντιφλεγμονώδη φάρμακα) Future Med Chem. 2009, 1 (7): 1333-49.
https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/20191092
Περίληψη
“Τα κανναβινοειδή είναι μια ομάδα ενώσεων που μεσολαβούν τα αποτελέσματά τους μέσω των υποδοχέων κανναβινοειδών. Η ανακάλυψη της Δ9-τετραϋδροκανναβινόλης (THC) ως κύριας ψυχοδραστικής ουσίας στην κάνναβη, καθώς και η ταυτοποίηση των υποδοχέων κανναβινοειδών και των ενδογενών τους συνδετών, οδήγησε σε σημαντική ανάπτυξη της έρευνας που στοχεύει στην κατανόηση των φυσιολογικών λειτουργιών των κανναβινοειδών. Οι υποδοχείς κανναβινοειδών περιλαμβάνουν τον CB1, ο οποίος εκφράζεται κυρίως στον εγκέφαλο και τον CB2, ο οποίος βρίσκεται κυρίως στα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος. Το γεγονός ότι και οι υποδοχείς CB1 και οι CB2 έχουν βρεθεί σε ανοσοκύτταρα υποδηλώνει ότι τα κανναβινοειδή παίζουν σημαντικό ρόλο στη ρύθμιση του ανοσοποιητικού συστήματος. Πρόσφατες μελέτες κατέδειξαν ότι η χορήγηση THC σε ποντίκια προκάλεσε αξιοσημείωτη απόπτωση σε Τ κύτταρα και δενδριτικά κύτταρα, με αποτέλεσμα την ανοσοκαταστολή. Επιπλέον, αρκετές μελέτες έδειξαν ότι τα κανναβινοειδή μειώνουν την παραγωγή κυτοκίνης και χημειοκίνης και, σε ορισμένα μοντέλα, ρυθμίζουν προς τα πάνω ρυθμιστικά κύτταρα Τ (Tregs) ως μηχανισμό καταστολής φλεγμονωδών αποκρίσεων. Το ενδοκανναβινοειδές σύστημα εμπλέκεται επίσης στην ανοσορύθμιση. Για παράδειγμα, η χορήγηση ενδοκανναβινοειδών ή η χρήση αναστολέων ενζύμων που διασπούν τα ενδοκανναβινοειδή, οδήγησε σε ανοσοκαταστολή και ανάκτηση από ανοσομεσολαβούμενη βλάβη οργάνων όπως το ήπαρ. Η χειραγώγηση των ενδοκανναβινοειδών ή/και η χρήση εξωγενών κανναβινοειδών in νίνο μπορεί να αποτελέσει ισχυρή θεραπευτική μέθοδο έναντι φλεγμονωδών διαταραχών. Αυτή η επισκόπηση θα επικεντρωθεί στην πιθανή χρήση των κανναβινοειδών ως μια νέα κατηγορία αντιφλεγμονωδών παραγόντων κατά ορισμένων φλεγμονωδών και αυτοάνοσων παθήσεων που προκαλούνται κυρίως από ενεργοποιημένα Τ κύτταρα ή άλλα κυτταρικά ανοσολογικά συστατικά”.
* Pertwee RG. “The diverse CB1 and CB2 receptor pharmacology of three plant cannabinoids: delta9-tetrahydrocannabinol, cannabidiol and delta9-tetrahydrocannabivarin” (Η ποικίλη φαρμακολογία CB1 και CB2 υποδοχέα τριών φυτικών κανναβινοειδών: δέλτα9-τετραϋδροκανναβινόλης, κανναβιδιόλης και δέλτα9-τετραϋδροκανναβιβαρίνης) Br J Pharmacol. 2008 · 153 (2): 199-215.
https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/17828291
Περίληψη
“Η κάνναβη sativa είναι η πηγή μιας μοναδικής ομάδας ενώσεων γνωστών συλλογικά ως φυτικά κανναβινοειδή ή φυτοκανναβινοειδή. Αυτή η ανασκόπηση εστιάζει στον τρόπο με τον οποίο τρεις από αυτές τις ενώσεις, (-)-trans-δέλτα9-τετραϋδροκανναβινόλη (δέλτα9-THC), (-)-κανναβιδιόλη (CBD) και (-)-trans-δέλτα9- τετραϋδροκανναβιβαρίνη (δέλτα9-THCV), αλληλεπιδρούν με τους υποδοχείς κανναβινοειδών CB1 και CB2. Η δέλτα9-THC, το κύριο ψυχοτρόπο συστατικό της κάνναβης, είναι ένας μερικός συναγωνιστής υποδοχέα CB1 και CB2 και σύμφωνα με την κλασσική φαρμακολογία, οι αποκρίσεις που προκαλεί φαίνεται να επηρεάζονται έντονα τόσο από το επίπεδο έκφρασης όσο και από την αποτελεσματικότητα σηματοδότησης των κανναβινοειδών υποδοχέων και από τις συνεχιζόμενες ενδογενείς απελευθέρωση κανναβινοειδών. Η CBD παρουσιάζει απροσδόκητα υψηλή ισχύ ως ανταγωνιστής των αγωνιστών υποδοχέων CB1 / CB2 σε κύτταρα ή ιστούς που εκφράζουν CB1 και CB2, τον τρόπο με τον οποίο αλληλεπιδρά με υποδοχείς CB2 παρέχοντας μια πιθανή εξήγηση για την ικανότητά της να αναστέλλει την επαγόμενη μετανάστευση ανοσοκυττάρων. Η δέλτα9-THCV συμπεριφέρεται ως ένας ισχυρός μερικός αγωνιστής του υποδοχέα CB2 in vitro. Αντιθέτως, ανταγωνίζεται τους αγωνιστές υποδοχέα κανναβινοειδών σε ιστούς που εκφράζουν CB1. Αυτό συμβαίνει με σχετικά υψηλή ισχύ και με τρόπο που εξαρτάται τόσο από τον ιστό όσο και από τον συνδέτη. Η δέλτα9-THCV αλληλεπιδρά επίσης με τους υποδοχείς CB1 όταν χορηγείται in νίνο, συμπεριφερόμενη είτε ως ανταγωνιστής CB1 είτε, σε υψηλότερες δόσεις, ως αγωνιστής υποδοχέα CB1. Μια σύντομη αναφορά γίνεται επίσης σε αυτήν την ανασκόπηση, πρώτον της παραγωγής της φαρμακοδυναμικής ανεκτικότητας από δέλτα9-THC, δεύτερον της τρέχουσας γνώσης σχετικά με το βαθμό στον οποίο οι δέλτα9-THC, CBD και δέλτα9-THCV αλληλεπιδρούν με φαρμακολογικούς στόχους διαφορετικούς από τους υποδοχείς CB1 ή CB2, και τρίτον τις πραγματικές και πιθανές θεραπευτικές εφαρμογές για καθένα από αυτά τα κανναβινοειδή”.
* Wilson RI, Nicoll RA. “Endocannabinoid signaling in the brain” (Ενδοκανναβινοειδής σηματοδότηση στον εγκέφαλο) Science. 2002;296(5568):678-82.
https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/11976437
Περίληψη
“Το κύριο ψυχοδραστικό συστατικό στην κάνναβη, η δέλτα9-τετραϋδροκανναβινόλη (δέλτα9-THC), επηρεάζει τον εγκέφαλο κυρίως ενεργοποιώντας έναν ειδικό υποδοχέα (CB1). Ο CB1 εκφράζεται σε υψηλά επίπεδα σε πολλές περιοχές του εγκεφάλου και διάφορα ενδογενή λιπίδια εγκεφάλου έχουν ταυτοποιηθεί ως συνδετήρες CB1. Σε αντίθεση με τους κλασσικούς νευροδιαβιβαστές, τα ενδογενή κανναβινοειδή μπορούν να λειτουργήσουν ως αναδρομικοί συναπτικοί αγγελιοφόροι: Απελευθερώνονται από τους μετασυναπτικούς νευρώνες και ταξιδεύουν προς τα πίσω στις συνάψεις, ενεργοποιώντας τον CB1 στους προσυναπτικούς νευράξονες και καταστέλλοντας την απελευθέρωση των νευροδιαβιβαστών. Τα κανναβινοειδή μπορεί να επηρεάσουν τη μνήμη, τη γνώση και την αντίληψη του πόνου μέσω αυτού του κυτταρικού μηχανισμού”.
* Zlebnik NE, Cheer JF. “Beyond the CB1 Receptor: Is Cannabidiol the Answer for Disorders of Motivation?” (Πέρα από τον υποδοχέα CB1: Είναι η κανναβιδιόλη η απάντηση για διαταραχές της κινητικότητας;) Annu Rev Neurosci. 2016, 39: 1-17.
https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/27023732
Περίληψη
“Το φυτό της κάνναβης sativa έχει χρησιμοποιηθεί για τη θεραπεία διαφόρων φυσιολογικών και ψυχιατρικών συνθηκών για χιλιετίες. Η τρέχουσα έρευνα επικεντρώνεται στην απομόνωση δυνητικά θεραπευτικών χημικών συστατικών από το φυτό για χρήση στη θεραπεία πολλών διαταραχών του κεντρικού νευρικού συστήματος. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το πρωταρχικό μη ψυχοδραστικό συμπαγές συστατικό κανναβιδιόλη (CBD). Σε αντίθεση με την Δ(9) -τετραϋδροκανναβινόλη (THC), η CBD δεν δρα μέσω του κανναβινοειδούς τύπου 1 (CB1) υποδοχέα αλλά έχει πολλούς άλλους στόχους υποδοχέα που μπορεί να παίζουν ρόλο σε ψυχιατρικές διαταραχές. Εδώ εξετάζουμε τα προκλινικά και τα κλινικά δεδομένα που περιγράφουν τη θεραπευτική αποτελεσματικότητα της CBD για τη θεραπεία παρακινητικών διαταραχών όπως η τοξικομανία, το άγχος και η κατάθλιψη. Σε μελέτες, τα ευρήματα υποδεικνύουν ελπιδοφόρες θεραπευτικές επιδράσεις και δυνητικά επικαλυπτόμενους μηχανισμούς δράσης για την CBD σε αυτές τις διαταραχές και υποδεικνύουν την ανάγκη για περαιτέρω συστηματική διερεύνηση της βιωσιμότητας της CBD ως ψυχιατρικής φαρμακοθεραπείας”.