(μελέτη)

Από: Christopher T. Campbell, PharmD, corresponding author Marjorie Shaw Phillips, MS and Kalen Manasco, PharmD 

“Cannabinoids in Pediatrics” 

J Pediatr Pharmacol Ther. 2017 May-Jun;22(3):176–185.

https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC5473390/ 

Περίληψη

“Παρά τον αμφιλεγόμενο χαρακτήρα της, η χρήση ιατρικών φαρμάκων από κάνναβη και κάνναβη αυξάνεται πιο δημοφιλής σε κάθε επόμενο έτος. Από τον Νοέμβριο του 2016, πάνω από 40 κράτη έχουν εγκρίνει νομοθεσία σχετικά με τη χρήση είτε ιατρικών προϊόντων κάνναβης είτε κανναβιδιόλης. Πολλοί πάροχοι έχουν αρχίσει να συναντούν ασθενείς που πειραματίζονται με προϊόντα κάνναβης για ένα ευρύ φάσμα συνθηκών. Ενώ η συζήτηση συνεχίζεται σχετικά με αυτούς τους παράγοντες τόσο για ιατρική όσο και για ψυχαγωγική χρήση στο γενικό πληθυσμό, πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην παιδιατρική χρήση. Αυτή η ανασκόπηση θα δώσει το ιστορικό της χρήσης και της νομοθεσίας των marihuana στις Ηνωμένες Πολιτείες εκτός από την τρέχουσα διαθέσιμη ιατρική βιβλιογραφία για να εξοπλίσει τους παιδιατρικούς φορείς παροχής υγειονομικής περίθαλψης με πόρους για να παρέχουν στους ασθενείς και στους γονείς τους την καλύτερη σύσταση για ασφαλή και κατάλληλη χρήση ενώσεων που περιέχουν κάνναβη”.

Συντομογραφίες

AAP American Academy of Pediatrics/ Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής

AIDS acquired immune deficiency syndrome/ Σύνδρομο Επίκτητης Ανοσολογικής Ανεπάρκειας

AMA American Medical Association/ Αμερικανική Ιατρική Ένωση

CB cannabinoid/ κανναβινοειδές

CB1 cannabinoid type 1 receptor/ κανναβινοειδούς υποδοχέας τύπου 1

CB2 cannabinoid type 2 receptor/ κανναβινοειδούς υποδοχέας τύπου 2

CBD cannabidiol/ κανναβιδιόλη

CMS Centers for Medicare & Medicaid Services/ Κέντρα Medicare & Medicaid Υπηρεσιών

CNN Cable News Network/ Δίκτυο Ειδήσεων Καλωδιακής Τηλεόρασης

CSA Controlled Substances Act/ Νόμος ελεγχόμενων ουσιών

DEA Drug Enforcement Administration/ Υπηρεσία Δίωξης Ναρκωτικών

FDA US Food and Drug Administration/ Αμερικανική Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων

GABA gamma-aminobutyric acid/ γ-αμινοβουτυρικό οξύ

LGS Lennox-Gastaut syndrome/ Σύνδρομο Lennox-Gastaut

MS multiple sclerosis/ πολλαπλή σκλήρυνση

NBL neuroblastoma/ νευροβλάστωμα

ΤΗC delta-9-tetrahydrocannabinol/ Δέλτα-9-τετραϋδροκανναβινόλη

USP United States Pharmacopeia/ Φαρμακοποιία Ηνωμένων Πολιτειών

Λέξεις-κλειδιά: CBD, cannabidiol; cannabis; epilepsy; pediatrics; pharmacy (CBD, κανναβιδιόλη, κάνναβης, επιληψία, παιδιατρική, φαρμακείο, αντίστοιχα)

Εισαγωγή

Τα τελευταία χρόνια, η ιατρική χρήση κάνναβης έχει γίνει ένα αμφιλεγόμενο θέμα όχι μόνο μέσα στην ιατρική κοινότητα αλλά και σε πολιτειακό και εθνικό νομοθετικό επίπεδο. Παρόλο που η κάνναβη και τα παράγωγά της είναι σήμερα ουσίες με κατάταξη στον Πίνακα 1 (Schedule 1) σύμφωνα με τον ομοσπονδιακό νόμο περί ελεγχόμενων ουσιών (Controlled Substances Act, CSA), πολλές πολιτείες έχουν χαλαρώσει τη νομοθεσία τους για να επιτρέψουν τη χρήση τους. Πιο πρόσφατα, η χρήση προϊόντων κανναβιδιόλης στην παιδιατρική προκάλεσε πρόσθετη συζήτηση και οι παιδοψυχολόγοι έχουν αρχίσει να αντιμετωπίζουν ασθενείς που πειραματίζονται με αυτά τα προϊόντα στην καθημερινή τους πρακτική, καθιστώντας απαραίτητη την κατανόηση του ιστορικού και της διαθέσιμης ιατρικής βιβλιογραφίας σχετικά με αυτό το θέμα.

Πολλές από τις παρανοήσεις σχετικά με την ιατρική χρήση της κάνναβης στον παιδικό πληθυσμό οφείλονται σε αρνητικούς συνειρμούς που συνδέονται με τον όρο κάνναβη λόγω των ψυχοδραστικών επιπτώσεων. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό να οριστούν οι διάφοροι όροι που σχετίζονται με προϊόντα που χρησιμοποιούνται σήμερα από το κοινό καθώς και από ερευνητές παιδιατρικής. Η κάνναβη είναι ένας γενικός όρος που αναφέρεται στα 3 είδη φυτών κάνναβης (Cannabis sativa, Cannabis indica, Cannabis ruderalis)[1]. Η κάνναβη είναι ένας όρος που περιγράφει τα αποξηραμένα φύλλα, τα άνθη, τους μίσχους και τους σπόρους από το φυτό κάνναβης που συχνά καπνίζονται για ψυχαγωγική και ιατρική χρήση. Η κάνναβη περιέχει διάφορες χημικές ουσίες που ονομάζονται κανναβινοειδή. Τα κανναβινοειδή είναι οι χημικές ουσίες που βρίσκονται μέσα στην κάνναβη και αλληλεπιδρούν με τους συγκεκριμένους υποδοχείς, δηλαδή τους υποδοχείς κανναβινοειδών (CB), εντός του σώματος. Οι περισσότεροι από 60 τύποι κανναβινοειδών που προσδιορίζονται σήμερα διαφέρουν ανάλογα με τον βαθμό στον οποίο είναι ψυχοδραστικοί[2]. Ενώ το κανναβινοειδές που είναι συχνότερα συνδεδεμένο με τη κάνναβη ως μια ουσία κατάχρησης, η δέλτα-9-τετραϋδροκανναβινόλη (THC), είναι ψυχοδραστικό, άλλα κανναβινοειδή, δεν είναι. Η THC έχει συνδεθεί με την εκδήλωση σχιζοφρένιας και συνεισφέρει στα ελλείμματα νευρικής ανάπτυξης σε εφήβους[3,4]. Οι διαφορετικές ποικιλίες της κάνναβης θα έχουν ποικίλες ποσότητες τόσο THC όσο και CBD και έτσι οι συγκεντρώσεις και οι αναλογίες αυτών των διαφορετικών κανναβινοειδών μέσα σε ένα προϊόν, για παιδιατρική χρήση, αποτέλεσε αντικείμενο ενδιαφέροντος όχι μόνο για τους επαγγελματίες του τομέα της ιατρικής αλλά και για τους κρατικούς νομοθέτες.

Ιστορία και ρύθμιση

Χρονολογώντας πίσω μέχρι το 2000 π.Χ., τα φυτά κάνναβης είχαν χρησιμοποιηθεί για διάφορους ιατρικούς και βιομηχανικούς σκοπούς. Το 1851 η Φαρμακοποιία των Ηνωμένων Πολιτειών (United States Pharmacopeia, USP) ταξινόμησε τη κάνναβη ως μια νόμιμη ένωση για ιατρική χρήση και πολλοί ιατροί υποστήριξαν τη χρήση της για καταστάσεις όπως η επιληψία, οι χρόνιες ημικρανίες και ο πόνος[5]. Οι αναφορές νευρολόγων της βικτοριανής εποχής που χρησιμοποιούσαν ινδική κάνναβη για τη θεραπεία της επιληψίας ήταν επίσης πολλά υποσχόμενοι[6]. Ωστόσο, όταν η φαινοβαρβιτάλη (phenobarbital) και η φαινυτοΐνη (phenytoin) ήρθε στην αγορά στις αρχές της δεκαετίας του 1900, η χρήση προϊόντων με βάση τη κάνναβη μειώθηκε.

Στη δεκαετία του 1930, η πολιτική προπαγάνδα προσπάθησε να συσχετίσει τη χρήση κάνναβης, ειδικά από μειονοτικούς και χαμηλού εισοδήματος πληθυσμούς, με ψύχωση, εθισμό και βίαιο έγκλημα. Πολλοί πιστεύουν ότι αυτό επηρεάστηκε από διάφορους εξέχοντες επιχειρηματίες στις ανταγωνιστικές βιομηχανίες συνθετικών ινών σε προσπάθειες να μειωθεί το μέγεθος της αναπτυσσόμενης βιομηχανίας κάνναβης[5]. Η κάνναβη σύντομα χαρακτηρίστηκε ως μια ουσία κατάχρησης και αποθαρρύνθηκε η χρήση της, το Κογκρέσο πέρασε τον νόμο Φορολογία της Κάνναβης (Marijuana Tax Act) το 1937 που επέβαλλε βαρύ φόρο στη χρήση κάνναβης (cannabis) και κλωστικής κάνναβης (hemp) τόσο για φαρμακευτικούς όσο και για βιομηχανικούς σκοπούς. Παρά την αντίθεση της Αμερικανικής Ιατρικής Ένωσης (American Medical Association, AMA) και των ιατρών που πίστευαν στην ιατρική αποτελεσματικότητα της κάνναβης, μέχρι το 1941, όλα τα σκευάσματα κάνναβης απομακρύνθηκαν από την United States Pharmacopeia και το National Formulary.

Πίνακας 1. Συστάσεις της Αμερικανικής Παιδιατρικής Ακαδημίας (American Academy of Pediatrics, AAP)[8]

Πρέπει να διεξαχθεί έρευνα και ανάπτυξη των φαρμακευτικών κανναβινοειδών. Η AAP συνιστά την ανακατάταξη της κάνναβης από τον Πίνακα 1 στον Πίνακα 2 από την DEA, για να διευκολυνθεί αυτή την έρευνα.

Η ομοσπονδιακή και οι πολιτειακές κυβερνήσεις θα πρέπει να καθιερώσουν ισχυρή παρακολούθηση της υγείας όσον αφορά τον αντίκτυπο της κάνναβης, ιδιαίτερα σε παιδιά και εφήβους.

Σε πολιτείες που έχουν νομιμοποιήσει τη κάνναβη για ψυχαγωγική χρήση, η AAP συνιστά θερμά την αυστηρή εφαρμογή κανόνων και κανονισμών που περιορίζουν την πρόσβαση, το μάρκετινγκ και τη διαφήμιση στους νέους.

Όπου η κάνναβη πωλείται νόμιμα, είτε για ιατρικούς σκοπούς είτε για ψυχαγωγικούς σκοπούς, πρέπει να περιέχεται σε συσκευασίες για παιδιά που δεν επιτρέπουν τυχαία κατάποση.

Η AAP αποθαρρύνει τους ενηλίκους από τη χρήση κάνναβης παρουσία παιδιών λόγω της επίδρασης της μοντελοποίησης ρόλων από τους ενήλικες στη συμπεριφορά των παιδιών και των εφήβων.

American Academy of Pediatrics, AAP (Αμερικανική Παιδιατρική Ακαδημία), Drug Enforcement Administration, DEA (Υπηρεσία Δίωξης Ναρκωτικών) 

Στη δεκαετία του 1960 και στις αρχές της δεκαετίας του 1970, η κάνναβη σύντομα συσχετίστηκε με την ψυχαγωγική χρήση από αντισυμβατικές ομάδες, προσθέτοντας περαιτέρω στο στίγμα που συνδέεται με τη χρήση της. Μέχρι που το 1970 και με τον νόμο CSA (Controlled Substances Act) χαρακτηρίστηκε η κάνναβη ως μια ουσία του Πίνακα 1. Η σχετικά σύντομη εποχή χρήσης της κάνναβης για ψυχαγωγικούς σκοπούς, έχει επηρεάσει τον τρόπο με τον οποίο το κοινό αντιλαμβάνεται την ουσία. Από τότε, έχουν επαναληφθεί ανεπιτυχείς προσπάθειες επανεξέτασης της κατάταξης στον Πίνακα 1 για να διευκολυνθεί η διερεύνηση[5]. Η AMA και η Αμερικανική Παιδιατρική Ακαδημία (AAP) επιβεβαίωσαν την αντίθεσή τους στη νομιμοποίηση της ιατρικής και ψυχαγωγικής χρήσης της κάνναβης έξω από οποιαδήποτε ρυθμιστική διαδικασία της Υπηρεσίας Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (US Food and Drug Administration, FDA)[7].

Η AAP υποστηρίζει επίσης περαιτέρω έρευνα σχετικά με τις ενδείξεις και τη σωστή δοσολογία για τα κανναβινοειδή, εκτός από την ανάπτυξη πολιτικής σχετικά με τον τρόπο επαλήθευσης της καθαρότητας και των τυποποιήσεων[8]. Εν τω μεταξύ, η AAP έχει προτείνει καλές πρακτικές που πρέπει να ακολουθούνται όταν εξετάζεται η χρήση της κάνναβης, ψυχαγωγικά ή ιατρικά (Πίνακας 1).

Μέχρι στιγμής, ωστόσο, 8 πολιτείες και η περιφέρεια της Κολούμπια έχουν εγκρίνει νομοθεσία για τη νομιμοποίηση της χρήσης της κάνναβης για ψυχαγωγικούς σκοπούς, ενώ επιπλέον 20 πολιτείες επιτρέπουν κάποια μορφή ιατρικής χρήσης της κάνναβης. Δεκατέσσερις πολιτείες χωρίς νομοθεσία για την ιατρική χρήση της κάνναβης έχουν ειδική νομοθεσία σχετικά με την CBD (Εικόνα)[9-11]. Το μεταβαλλόμενο νομοθετικό και κανονιστικό περιβάλλον έχει επηρεάσει σημαντικά τη χρήση προϊόντων με κανναβινοειδή στη χώρα αυτή. Είναι αναγκαία η συζήτηση σχετικά με την ασφαλή και αποτελεσματική χρήση αυτών των προϊόντων με υπεύθυνο τρόπο που προστατεύει τους ευάλωτους πληθυσμούς, συμπεριλαμβανομένων και των παιδιών.

[Ενημέρωση: σήμερα Ιούλιος 2019, οι πολιτείες που επιτρέπουν την ιατρική χρήση της κάνναβης είναι 39 με 11 από αυτές να έχουν νομιμοποιήσει πλήρως την χρήση της https://disa.com/map-of-marijuana-legality-by-state]

Φαρμακολογία

Παρόμοια με τα ενδογενή οπιοειδή, το κεντρικό νευρικό σύστημα του ανθρώπου εμποτίζεται με υποδοχείς κανναβινοειδών και με ενδοκανναβινοειδή. Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, ανακαλύφθηκαν 2 υποδοχείς, κανναβινοειδούς τύπου 1 (CB1) και κανναβινοειδούς τύπου 2 (CB2). Τόσο ο CB1 όσο και ο CB2 είναι υποδοχείς συζευγμένους με πρωτεΐνη G που βρίσκονται προσυναπτικά και ελέγχουν την απελευθέρωση νευροδιαβιβαστών τόσο στις ανασταλτικές όσο και στις διεγερτικές συνάψεις. Ο CB1 εκφράζεται ως επί το πλείστον σε προσυναπτικά περιφερειακά και κεντρικά νευρικά τερματικά και πιστεύεται ότι είναι υπεύθυνος για ψυχολογικές επιδράσεις στην ευχαρίστηση, τη μνήμη, τη σκέψη, τη συγκέντρωση, τις αισθητηριακές και τις χρονικές αντιλήψεις και τη συντονισμένη κίνηση. Οι υποδοχείς CB2, συγκεντρωμένοι σε περιφερειακούς ιστούς και ανοσοκύτταρα, μπορούν να παίξουν έναν αντιφλεγμονώδη και ανοσοκατασταλτικό ρόλο. Εκτός από την καθοδήγηση της απελευθέρωσης διαφόρων νευροδιαβιβαστών, αυτός ο υποδοχέας ρυθμίζει την απελευθέρωση ορισμένων κυτοκινών. Η εντατική επέμβαση και στους δύο αυτούς υποδοχείς έχει ως αποτέλεσμα φυσιολογικές (ταχυκαρδία, υπέρταση, ξηροστομία και ξερός λαιμός) καθώς και ψυχολογικές επιδράσεις (ευαισθησία, ευφορία, αυξημένη αντίληψη, ευερεθιστότητα, κακή συνάφεια και ισορροπία).

Επιπροσθέτως, τα ενδοκανναβινοειδή Ν-αραχιδονουλεθανολαμίνη (ανανδαμίδιο) και 2-αραχιδονυλογλυκερόλη (2-AG) και τα δύο παράγωγα αραχιδονικού οξέος, δεσμεύονται με CB1 και CB2. Ενώ η λειτουργία αυτών των ενδογενών υποκαταστατών δεν είναι πλήρως κατανοητή, η δράση τους μπορεί να αποδοθεί ως αντιεμετικά, αντιαναλγητικά και αντιφλεγμονώδη. Τα ενδοκανναβινοειδή μπορούν επίσης να διαδραματίσουν έναν ρόλο στη διέγερση των νευρωνικών δικτύων, επηρεάζοντας έτσι την ποιότητα μιας κρίσης. Προηγούμενες μελέτες κατέδειξαν ελλείψεις στα ενδοκανναβινοειδή σε ασθενείς με επιληψία του κροταφικού λοβού καθώς και αύξηση των συγκεντρώσεων ανανδαμιδίου μετά από επιληπτικές κρίσεις σε ποντικούς, γεγονός που υποδηλώνει ένα προφίλ δραστηριότητας ενάντια στις κρίσεις[6].

Τα 2 πλέον μελετημένα εξωγενή κανναβινοειδή περιλαμβάνουν την THC και την CBD. Η THC είναι ένας μερικός αγωνιστής και στους δύο υποδοχείς CB1 και CB2 και επιτυγχάνει τις ψυχοδραστικές ιδιότητές της, πιθανώς μέσω διαμόρφωσης γάμμα-αμινοβουτυρικού οξέος (GABA) και γλουταμίνης. Η THC φαίνεται να έχει αντιεπιληπτική δράση, αλλά μπορεί να έχει εμπλοκή στην παραγωγή σπασμών σε ορισμένα είδη[12]. Η CBD ωστόσο, δεν δείχνει να συνδέεται ούτε στον CB1, ούτε στον CB2, αλλά όντως κατέχει νευροπροστατευτικές και αντιφλεγμονώδεις επιδράσεις[5]. Διάφοροι μηχανισμοί δράσης της CBD έχουν προταθεί: αναστολή της κυκλοοξυγενάσης και της λιποξυγενάσης, αντίστροφος αγωνισμός σε CB1 / CB2 υποδοχείς και ενίσχυση του ανανδαμιδίου[3]. Προτείνεται ότι η CBD μπορεί να είναι αποτελεσματική στην επιληψία μέσω της διαμόρφωσης του ενδοκανναβινοειδούς συστήματος. Η CBD σταματά την αποικοδόμηση του ενδοκανναβινοειδούς ανανδαμιδίου, το οποίο μπορεί να έχει κάποιο ρόλο στην αναστολή των επιληπτικών κρίσεων. Επιπρόσθετα, η έρευνα καταδεικνύει ότι η CBD μπορεί να διαδραματίσει κάποιο ρόλο με τη ρύθμιση των διαύλων ασβεστίου τύπου Τ και του ενεργοποιημένου από τον πυρηνικό υποδοχέα-γ πολλαπλασιαστή του υπεροξειδώματος, και οι δύο εμπλέκονται στην επιληπτική δραστηριότητα[12]. Επειδή η CBD είναι ένα από τα πιο άφθονα κανναβινοειδή εντός της ρητίνης κάνναβης και ο μηχανισμός της είναι ακόμα ασαφής, υπάρχει μέγιστο ενδιαφέρον για τις πιθανές κλινικές ενδείξεις ότι θα μπορούσε να θεραπεύσει και την επιληψία, τον πόνο και τις φλεγμονώδεις διαταραχές.

Εικόνα. Νομοθετική κατάσταση της κάνναβης στις ΗΠΑ το 2017

Αρκετές άλλες συνθετικές μορφές κανναβινοειδών είναι διαθέσιμες για χρήση σε ορισμένες χώρες, όπως το dronabinol, το nabilone και το nabiximols (Πίνακας 2). Αυτά τα προϊόντα χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία της ναυτίας και του εμέτου που σχετίζονται με τη χημειοθεραπεία, την ανορεξία και την απώλεια βάρους σε ασθενείς με σύνδρομο επίκτητης ανοσολογικής ανεπάρκειας (AIDS) και την ανακούφιση της σπαστικότητας και του νευροπαθητικού πόνου που σχετίζεται με τη πολλαπλή σκλήρυνση (MS)[13-16]. Το Epidiolex (GW Pharmaceuticals, Cambridge, Ηνωμένο Βασίλειο) είναι προϊόν CBD που βρίσκεται σήμερα σε κλινικές δοκιμές[17].

Φαρμακοκινητική

Ιστορικά, οι ασθενείς και οι χρήστες αναψυχής καταναλώνουν την κάνναβη με εισπνοή ή εξάτμιση, με αποτέλεσμα την ταχεία έναρξη επίδρασης και τις υψηλότερες συγκεντρώσεις κορύφωσης. Λόγω του μεταβολισμού πρώτης διέλευσης, η εντερική οδός μειώνει τη βιοδιαθεσιμότητα της THC από 5% έως 20% και της CBD από 6% έως 19% και αυξάνει τον χρόνο μέχρι την έναρξη της επίδρασης[3,18,19]. Διαφορές στην απορρόφηση μεταξύ διαφόρων ηλικιακών ομάδων, πληθυσμών και μεμονωμένων ανθρώπων δυσκολεύουν το να προταθεί μια στρατηγική δοσολογίας ενός μεγέθους. Η μεταβλητότητα μεταξύ των ασθενών μπορεί να επηρεάσει τις συγκεντρώσεις στο αίμα που θα είναι αποτελεσματικές και η ανοχή είναι γνωστό ότι συμβαίνει λόγω της προς τα κάτω ρύθμισης (down regulation) των υποδοχέων CB1[3,18].

Τόσο η THC όσο και η CBD είναι ιδιαίτερα λιπόφιλες με μεγάλες ημιζωές, 30 ώρες έναντι 9 έως 32 ώρες αντίστοιχα[3,18,20]. Η CBD συνδέεται επίσης με υψηλά επίπεδα πρωτεϊνών και μεταβολίζεται και από τους ισχυρούς αναστολείς των ενζύμων του CYP450 (2C19, 3A4), ενδεχομένως προκαλώντας σημαντικές φαρμακευτικές αλληλεπιδράσεις[3,18,20,21]. Ενώ οι επαγωγείς του CYP όπως η φαινυτοΐνη (phenytoin) και η καρβαμεζαπίνη (carbamezapine) μπορούν να μειώσουν τις συγκεντρώσεις της CBD, η CBD είναι γνωστό ότι αυξάνει τις συγκεντρώσεις κλοβαζάμης (clobazam), ενός αντιεπιληπτικού φαρμάκου που έχει εγκριθεί από την FDA το 2011 για τη θεραπεία του συνδρόμου Lennox-Gastaut (LGS). Η CBD αναστέλλει τα CYP3A4 και CYP2C19, αποτρέποντας την αποικοδόμηση της κλοβαζάμης και του ενεργού μεταβολίτη της, Ν-δεσμεθυλοκλοβαζάμης (N-desmethylclobazam). Σε μία κλινική δοκιμή διευρυμένης πρόσβασης, οι ασθενείς με ταυτόχρονη χρήση κλοβαζάμης και CBD είχαν αυξημένες συγκεντρώσεις κλοβαζάμης > 60% και Ν-δεσμεθυλοκλοβαζάμης 500%[22]. Αυτή τη στιγμή δεν είναι σαφές ποιες άλλες αλληλεπιδράσεις φαρμάκων μπορεί να υπάρχουν και ποιοι χειρισμοί δοσολογίας να είναι απαραίτητοι.

Κλινικά δεδομένα

Η αντιπαράθεση σχετικά με τη χρήση προϊόντων με κανναβινοειδή σε ασθενείς παιδιά, συνεχίστηκε λόγω της έλλειψης καλά αναπτυγμένων και δημοσιευμένων τυχαιοποιημένων ελεγχόμενων δοκιμών. Έχει υπάρξει μια ευρεία ποικιλία κυρίως μελετών περιπτώσεων και διεθνών μελετών για ενδείξεις σε ενήλικες, όπως χρόνιο πόνο, ΣΚΠ, κεφαλαλγία και διάφορες νευροψυχιατρικές διαταραχές, οι οποίες δεν εμπίπτουν στο πεδίο της παρούσας ανασκόπησης αλλά έχουν αναθεωρηθεί αλλού[20]. Η παιδιατρική βιβλιογραφία στερείται το ίδιο εύρος λόγω του δημόσιου στίγματος και των περιορισμών στην έρευνα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα αναδρομικά και γονικά αναφερόμενα δεδομένα σε επιληψία και συμπεριφορικές καταστάσεις. Παρά τη γενική έλλειψη δημοσιευμένων δεδομένων σχετικά με την CBD σε ασθενείς παιδιά, το μεγαλύτερο μέρος της βιβλιογραφίας είναι αφιερωμένο στη χρήση της στην επιληψία. Οι τρέχουσες μεγάλες προοπτικές μελέτες βρίσκονται σε εξέλιξη για διάφορες ενδείξεις επιληψίας και πρόσφατες μελέτες σε ζώα που ερευνούν τη χρήση σε περιγεννητικό εγκεφαλικό τραύμα και νευροβλάστωμα μπορούν να ανοίξουν νέες οδούς για να ληφθούν υπόψη τα κανναβινοειδή στην παιδιατρική.

Επιληψία. Τα δεδομένα στην παιδική επιληψία περιβάλλουν τη χρήση προϊόντων CBD καθώς και μη ρυθμιζόμενων προϊόντων THC/CBD από ιδιωτικά ειδικά καταστήματα διανομής. Μια επισκόπηση του Cochrane[23] διεξήχθη το 2012 για να αξιολογηθεί η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα της χρήσης κανναβινοειδών σε ασθενείς με επιληψία. Οι συγγραφείς περιέλαβαν τυφλές και ανοιχτές τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες δοκιμές. Μόνο 4 μελέτες πληρούσαν τα κριτήρια τους, συμπεριλαμβανομένης μιας περίληψης και μιας επιστολής συντάκτη (Πίνακας 3). Και οι τέσσερις μελέτες ήταν χαμηλής ποιότητας με μικρά μεγέθη δείγματος και παραλλαγές στο προϊόν, στην δόση, στην συχνότητα και στην διάρκεια[24-27]. Οι συγγραφείς συνόψισαν το εύρημα ότι μία δόση CBD από 200mg έως 300mg ημερησίως χορηγήθηκε με ασφάλεια σε σύντομο χρονικό διάστημα. Το μόνο λογικό συμπέρασμα ήταν ότι η αποτελεσματικότητα της χρήσης της CBD δεν μπορούσε να επιβεβαιωθεί, αλλά ο ρυθμός των ανεπιθύμητων ενεργειών σε κάθε μία από τις μελέτες ήταν χαμηλός σε σύντομο χρονικό διάστημα.

Η Αμερικανική Ακαδημία Νευρολογίας (American Academy of Neurology) διενήργησε μια συστηματική ανασκόπηση το 2014, η οποία περιελάμβανε 34 μελέτες που χρησιμοποίησαν κάνναβη για τη θεραπεία της ΣΚΠ, της επιληψίας και των διαταραχών κίνησης[28]. Οι συγγραφείς περιελάμβαναν 2 μελέτες για την αξιολόγηση του ρόλου των κανναβινοειδών στη μείωση της συχνότητας των κρίσεων[25,26]. Σημειώστε ότι αυτές οι μελέτες αξιολογήθηκαν επίσης στην επισκόπηση του Cochrane. Οι συγγραφείς[28] κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι “τα δεδομένα είναι ανεπαρκή για να υποστηρίξουν ή να αντικρούσουν την αποτελεσματικότητα των κανναβινοειδών για τη μείωση της συχνότητας των κρίσεων” και έτσι δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία για να συμβουλεύσουν τους ασθενείς να χρησιμοποιούν προϊόντα με κανναβινοειδή στην επιληψία.

Παρόλα αυτά, οι γονείς και οι ασθενείς παίρνουν την απόφαση να χρησιμοποιήσουν αυτά τα προϊόντα για 3 λόγους, σύμφωνα με τους Cilio et al.[12]. 1) διακεκριμένη προσοχή του διαδικτύου και των ΜΜΕ 2) οι αναφορές περιπτώσεων παιδιών με επιτυχή θεραπεία με προϊόντα CBD και 3) η πεποίθηση ότι οι θεραπείες που προέρχονται από φυσικά προϊόντα είναι ασφαλέστερες ή αποτελεσματικότερες[12]. Εθνική προσοχή έχει δοθεί σε εκείνους τους ασθενείς που έχουν μετακομίσει σε πολιτείες όπου η χρήση της CBD είναι νόμιμη και οι ερευνητές έχουν επιδιώξει να συλλέξουν δεδομένα από γονικές παρατηρήσεις. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι οι ακόλουθες μελέτες βασίζονται σε γονικές αντιλήψεις και έτσι δεν μπορούμε να βγάλουμε οριστικά συμπεράσματα.

Η πιο διάσημη περίπτωση παρουσιάστηκε σε ένα αφιέρωμα του CNN, το “Weed”[29]. Η Charlotte είναι ένα μικρό κορίτσι από το Κολοράντο που διαγνώστηκε με σύνδρομο Dravet σε ηλικία 3 μηνών. Έπασχε από συχνή επιληπτική κατάσταση. Η Charlotte δεν είχε αποτελέσματα από πολλαπλές φαρμακευτικές αγωγές και σε ηλικία 5 ετών είχε σημαντική γνωστική καθυστέρηση και χρειαζόταν βοήθεια για όλες τις δραστηριότητες της καθημερινής διαβίωσης[30]. Οι γονείς της αποτάθηκαν σε μια ομάδα στο Κολοράντο που δημιούργησε ένα υγρό σκεύασμα για την από στόματος χορήγηση από μια ποικιλία κάνναβης με υψηλή περιεκτικότητα σε CBD. Μόλις οι γονείς της άρχισαν να της δίνουν το σκεύασμα, από την ποικιλία που ονομάστηκε προς τιμή της ως “Charlotte’s Web”, εντός 3 μηνών η Charlotte είχε >90% μείωση στη συχνότητα των κρίσεων και μέχρι τον 20ο μήνα, η Charlotte ήταν σε θέση να εκτελεί τις περισσότερες καθημερινές δραστηριότητες μόνη της και είχε μόνο 2 έως 3 νυκτερινές τονικοκλονικές κρίσεις ανά μήνα. Ιστορίες όπως της Charlotte έχουν ωθήσει τους γονείς σε ολόκληρη τη χώρα με παρόμοιες καταστάσεις να μετακομίζουν με τις οικογένειές τους από ολόκληρη τη χώρα για να καταφέρουν να έχουν πρόσβαση στα προϊόντα αυτά.

Σε μια αναδρομική ανασκόπηση των 75 παιδιών και των εφήβων ηλικίας κάτω των 18 ετών που έλαβαν εκχυλίσματα από το στόμα για θεραπεία της επιληψίας τους, το 57% των γονέων ανέφερε κάποια βελτίωση στη συχνότητα των κρίσεων, ενώ το 33% ανέφερε μείωση κατά >50% στις επιληπτικές κρίσεις[31]. Οι πληροφορίες δοσολογίας δεν αναφέρθηκαν και οι γονείς χρησιμοποίησαν διάφορες συνθέσεις και συγκεντρώσεις CBD και THC. Οι γονείς περιέγραψαν επίσης βελτιώσεις στη συμπεριφορά και την εγρήγορση (33%), τις γλωσσικές (11%) και τις κινητικές δεξιότητες (11%). Σημαντικές ανεπιθύμητες παρενέργειες που παρατηρήθηκαν ήταν η υπνηλία (12%) και τα γαστρεντερικά συμπτώματα (11%).

Οι ερευνητές του Stanford University διενήργησαν έρευνα σε 150 γονείς στο Facebook για τον εντοπισμό των παρενεργειών της CBD για τις επιληπτικές κρίσεις του παιδιού τους[32]. Από τους 19 ερωτηθέντες ηλικίας 2 έως 16 ετών, οι 18 είχαν ανθεκτική στη θεραπεία επιληψία για περισσότερο από 3 χρόνια πριν από τη χρήση της CBD. Με βάση τη γονική ανταπόκριση, το 84% ανέφερε μείωση της συχνότητας κρίσεων του παιδιού, με ποσοστό 50% να έχει μειωθεί κατά περισσότερο από 80% στη συχνότητα των κρίσεων. Δώδεκα από αυτούς τους 19 ασθενείς ήταν επίσης σε θέση να απογαλακτιστούν από άλλο αντιεπιληπτικό φάρμακο. Επιπλέον, οι γονείς ανέφεραν συνολικά καλύτερη διάθεση, αυξημένη εγρήγορση και καλύτερο ύπνο. Οι γονείς ανέφεραν στοματικές δόσεις CBD από 0,5mg/kg/ημέρα έως 28,6mg/kg/ημέρα και THC από 0 έως 0,8mg/kg/ημέρα.

Σε μια παρόμοια έρευνα στο Facebook που διοργανώθηκε από ερευνητές του University of California στο Λος Άντζελες, οι συγγραφείς[33] ανέφεραν επίσης μια μείωση κατά 85% στη συχνότητα των κρίσεων μεταξύ 117 ερωτηθέντων, με μέσο όρο ηλικίας 6 ετών. Οι περισσότεροι ασθενείς (86%) ανέφεραν ότι οι αλλαγές στη συχνότητα εμφανίστηκαν εντός 14 ημερών. Όπως και με τις προηγούμενες έρευνες, η δοσολογία και τα σκευάσματα ποικίλλουν αλλά βασίζονται στη γονική αναφορά της τυποποίησης που χρησιμοποιήθηκε. Συνολικά, οι περισσότεροι γονείς (83,5%) ανέφεραν ότι χρησιμοποίησαν ένα από του στόματος προϊόν CBD με αναλογία τουλάχιστον 15:1 CBD προς THC. Από το 40% των ερωτηθέντων που παρείχαν δόσεις, η μέση δόση CBD με βάση το βάρος ήταν 4,3mg/kg/ημέρα που χορηγήθηκε σε 2 έως 3 δόσεις από του στόματος. Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, αυτές οι έρευνες πρέπει να αξιολογηθούν προσεκτικά, δεδομένης της αδυναμίας επαλήθευσης της δόσης, της διαμόρφωσης και της αντίδρασης. Το συμπέρασμα που μπορεί να συναχθεί είναι ότι υπάρχει μάλλον ισχυρή θετική γονική αντίληψη όσον αφορά την αποτελεσματικότητα των κανναβινοειδών, συγκεκριμένα της CBD.

Οι περισσότεροι προσδιορισμοί ορφανού φαρμάκου για την CBD είναι για παιδιατρικές διαταραχές επιληπτικών κρίσεων (Πίνακας 4)[34]. Η έρευνα του ClinicalTrials.gov, τον Νοέμβριο του 2016, αναγνώρισε 4 ολοκληρωμένα πρωτόκολλα Φάσης 2 και Φάσης 3 για διαταραχές παιδιατρικών κρίσεων, καθώς και 14 συνεχιζόμενες μελέτες θεραπείας, μεσαίου μεγέθους πρωτόκολλα πρόσβασης (έως και 50 ασθενείς το καθένα). Τα δημοσιευμένα ευρήματα από την ανοιχτή χρήση της CBD για ανθεκτική στη θεραπεία επιληψία στο πλαίσιο προγράμματος διευρυμένης πρόσβασης σε 11 κέντρα επιληψίας στις ΗΠΑ δείχνουν ότι η CBD μπορεί να μειώσει τη συχνότητα των κρίσεων και μπορεί να έχει επαρκές προφίλ ασφάλειας σε παιδιά και νέους ενήλικες με αυτή την κατάσταση[35]. Η μαρτυρία του Κογκρέσου τον Ιούνιο του 2015 έδειξε ότι 20 ενδιάμεσου μεγέθους διευρυμένης πρόσβασης Ερευνητικές Αιτήσεις Νέου Φαρμάκου (Investigational New Drug Applications) είχαν εξουσιοδοτηθεί για τη θεραπεία περίπου 420 παιδιών με 1 προϊόν CBD. Οι περισσότερες από αυτές δεν αναφέρονται στο ClinicalTrials.gov[36].

Μετά την ανακοίνωση θετικών αποτελεσμάτων από 2 βασικές τυχαιοποιημένες, διπλά τυφλές δοκιμές Φάσης 3 για τη θεραπεία επιληπτικών κρίσεων που σχετίζονται με το σύνδρομο LGS και μια τρίτη για επιληπτικές κρίσεις που σχετίζονται με σύνδρομο Dravet το 2016, η GW Pharmaceuticals αναμένεται να υποβάλει μία και μόνη αίτηση νέου φαρμάκου και για τις δύο ενδείξεις στην FDA κατά το πρώτο εξάμηνο του 2017 για το ιδιόκτητο φαρμακευτικό προϊόν CBD, Epidiolex[37]. Στη δεύτερη μελέτη με σύνδρομο LGS, οι ασθενείς τυχαιοποιήθηκαν στο ελεγχόμενο προϊόν 20mg/kg/ημέρα (n = 76) ή 10mg/kg/ημέρα (n = 73) που προστέθηκαν στην τρέχουσα αντιεπιληπτική αγωγή τους, εμφάνισαν μέση μείωση στις μηνιαίες προσλήψεις κατά 42% και 37%, σε σύγκριση με 17% ομάδα εικονικού φαρμάκου (η = 73), μια διαφορά που ήταν στατιστικά και κλινικά σημαντική (p = 0,0047 και p = 0,0016, αντίστοιχα)[37]. Τα στοιχεία αυτά επιβεβαίωσαν τα αποτελέσματα της πρώτης μελέτης LGS στην οποία 86 ασθενείς που έλαβαν Epidiolex 20mg/kg/ημέρα πέτυχαν 44% μέση μείωση (p = 0,0135)[38]. Ασθενείς με σύνδρομο Dravet οι οποίοι έλαβαν την CBD της GW Pharmaceuticals εκτός από την αρχική τους αντιεπιληπτική αγωγή (n = 61) πέτυχαν το κύριο τελικό σημείο ενός (p = 0,01, διάμεση μείωση 39%) που εκτιμήθηκε κατά την περίοδο θεραπείας των 14 εβδομάδων σε σύγκριση με την προσθήκη εικονικού φαρμάκου (n = 59)[39]. Η Insys Therapeutics (Phoenix, AZ) ανέφερε ότι η συνθετική τους φαρμακευτική CBD σε μια μη αλκοολική σύνθεση με βάση τριγλυκερίδια μέσης αλυσίδας ήταν γενικά καλά ανεκτή σε μια ολοκληρωμένη μελέτη ασφάλειας και φαρμακοκινητικής Φάσης 1 / Φάσης 2 σε 61 παιδιατρικούς ασθενείς με ανθεκτική στη θεραπεία επιληψία σε συνολική ημερήσια δόση έως 40mg/kg[40].

Συνθήκες συμπεριφοράς. Τα κανναβινοειδή και η χρήση της CBD σε αυτόν τον πληθυσμό ασθενών είναι ένα αυξανόμενο ενδιαφέρον για τους ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης. Ενώ τα δεδομένα για αυτές τις ενδείξεις περιορίζονται σε αναφορές περιπτώσεων που χρησιμοποιούν dronabinol, ορισμένα από τα οφέλη της CBD σχετικά με τη συμπεριφορά και τις κινητικές δεξιότητες που αναφέρονται στις προαναφερόμενες αναδρομικές μελέτες στην επιληψία μπορεί να είναι μεταβιβάσιμα και σε αυτόν τον πληθυσμό. Ένας ασθενής ηλικίας 6 ετών με αυτισμό με έναρξη απο την βρεφική ηλικία έλαβε εντερικές σταγόνες dronabinol τιτλοποιημένες μέχρι 3,62mg/ημέρα. Είχε βελτιώσεις στην υπερκινητικότητα, την ευερεθιστότητα, τον λήθαργο, το στερεότυπο και την ομιλία[41]. Σε μια δημοσιευμένη περίληψη, οι Kruger et al.[42] αναφέρουν την επίδραση της χρήσης dronabinol στη θεραπεία της αυτοτραυματικής συμπεριφοράς σε 10 έφηβους με νοητική υστέρηση. Η δόση του dronabinol κυμάνθηκε από 2,5mg δύο φορές ημερησίως έως 5mg 4 φορές την ημέρα. Επτά από τους 10 ασθενείς εμφάνισαν σημαντική βελτίωση στην αυτοτραυματική συμπεριφορά τους, η οποία διήρκεσε με την παρακολούθηση σε 6 μήνες. Δύο από τους 10 ασθενείς εμφάνισαν ανάδευση και το φάρμακο διακόπηκε. Μια ισόρροπη μονοκεντρική, διπλά-τυφλή, ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο διασταυρούμενη δοκιμή CBD και THC σε ένα μείγμα 20:1 για προβλήματα συμπεριφοράς σε παιδιά με διαταραχή του αυτιστικού φάσματος έχει προγραμματιστεί να ξεκινήσει τον Ιανουάριο του 2017[43].

Περιγεννητικός τραυματισμός εγκεφάλου. Ο περιγεννητικός εγκεφαλικός τραυματισμός μπορεί να προκληθεί από νεογνική ασφυξία, εστιακή ισχαιμία επαγόμενη από εγκεφαλικό επεισόδιο και νεογνική υποξία-ισχαιμική εγκεφαλοπάθεια, μεταξύ άλλων. Αυτές οι καταστάσεις οδηγούν σε μακροχρόνια λειτουργική βλάβη λόγω νευροφλεγμονής, αποπτωτικού-νεκρωτικού κυτταρικού θανάτου και εγκεφαλικών αλλοιώσεων[44]. Ορισμένες συμπληρωματικές θεραπείες φαρμάκων επιπρόσθετα της υποθερμίας περιλαμβάνουν θειικό μαγνήσιο και μινοκυκλίνη (minocycline) που μπορεί να παίζουν ρόλο στη ρύθμιση της νευροφλεγμονής και της απόπτωσης. Το ενδοκανναβινοειδές σύστημα ανταποκρίνεται νωρίς σε νευρωνική βλάβη, δουλεύοντας για την πρόληψη της διεγερτοτοξικότητας γλουταμινικού και ρυθμίζει την φλεγμονώδη απόκριση. Αν και δεν υπάρχουν μελέτες σε ανθρώπους, τα αποτελέσματα από μοντέλα ποντικών και χοίρων δείχνουν ότι η CBD μπορεί να μειώσει την πυκνότητα των νεκρωτικών νευρώνων και να ρυθμίσει την απελευθέρωση κυτοκίνης[45,46].

Νευροβλάστωμα. Πρόσφατα, οι ερευνητές έχουν αναφέρει τη χρήση της CBD τόσο σε in vitro όσο και in vivo μελέτες σε ζώα για το νευροβλάστωμα (neuroblastoma, NBL), έναν κοινό καρκίνο παιδικής ηλικίας[47]. Οι ερευνητές προτείνουν ότι η αντινεοπλασματική δράση επιτυγχάνεται με δράση σε υποδοχείς που ενεργοποιούνται από βανιλλοειδή και ενεργοποιημένους από πολλαπλασιαστή υπεροξειδίου. In vitro, διαπίστωσαν ότι τόσο η CBD όσο και η THC μείωσαν τη βιωσιμότητα των κυττάρων NBL κατά τρόπο εξαρτώμενο από τη δόση και το χρόνο. Κατά τη σύγκριση των δύο, η CBD είχε μια σημαντικά καλύτερη ανταπόκριση στη μείωση της βιωσιμότητας των κυττάρων NBL από την THC. Έκαναν έπειτα θεραπέια σε ποντίκια με ημερήσιες ενδοπεριτοναϊκές ενέσεις THC, CBD ή αιθανόλης ή δεν έδωσαν καμία θεραπεία. Η αύξηση του όγκου και στις ομάδες THC και CBD μειώθηκε σημαντικά.

Ποια είναι η βλάβη;

Σε όλο τον κόσμο, η κάνναβη είναι η πιο συχνά σε κατάχρηση παράνομη ουσία και η καθημερινή χρήση των εφήβων αυξάνεται[18]. Οι έφηβοι αντιλαμβάνονται ότι η χρήση κάνναβης δεν είναι εξίσου επικίνδυνη εξαιτίας της νομιμοποίησης και της αποποινικοποίησης, οδηγώντας τους στη χρήση της τόσο ψυχαγωγικά όσο και για την αυτοθεραπεία του άγχους και για άλλες ψυχιατρικές καταστάσεις. Δυστυχώς, έχουν αναφερθεί ευρέως οι νευρογνωστικές και συμπεριφορικές επιδράσεις της χρήσης της κάνναβης σε παιδιατρικούς ασθενείς, συμπεριλαμβανομένων των επιπτώσεών της στην ψυχολογική δυσλειτουργία, το σύνδρομο ανταμοιβής/απόλαυσης και τον καρκινογόνο κίνδυνο[4,21].

Η εξελισσόμενη νομοθεσία και η αυξημένη χρήση κανναβινοειδών προϊόντων εκτός των πειραματικών μελετών έχουν επίσης επιπτώσεις στους πόρους υγειονομικής περίθαλψης και έκτακτης ανάγκης. Η πολιτεία του Κολοράντο βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της συζήτησης για την ιατρική και ψυχαγωγική χρήση της κάνναβης. Οι Wang et al.[48] ανέφεραν τα περιστατικά επισκέψεων παιδιατρικών υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης που σχετίζονται με την έκθεση σε κάνναβη πριν και μετά από αλλαγές για την ουσία το 2009. Συνολικά 1.378 ασθενείς ηλικίας κάτω των 12 ετών αξιολογήθηκαν για ακούσιες καταπόσεις από την 1η Ιανουαρίου 2005 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2011. Πριν από το 2009, κανένας ασθενής (0/790, 0%) δεν παρουσιάστηκε στα επείγοντα για τυχαία κατάποση κάνναβης σε σύγκριση με τους 14 ασθενείς (14/588, 2,4%) μετά το 2009 (p <0,001). Οι ασθενείς κυμαίνονταν σε ηλικία από 8 μηνών έως 12 ετών και παρουσιάστηκαν με συμπτώματα λήθαργου, αταξίας και αναπνευστικής ανεπάρκειας. Ενώ οι δοσολογίες δεν αναφέρθηκαν, 7 ασθενείς έφαγαν βρώσιμα κάνναβης. Οκτώ από τους 14 ασθενείς εισήχθησαν στο νοσοκομείο με 2 εισαγωγές στη μονάδα εντατικής θεραπείας στην παιδιατρική. Πριν από τη διάγνωση, αυτοί οι 14 ασθενείς έλαβαν εξετάσεις ρουτίνας, όπως ουρολογικές εξετάσεις, πλήρεις αιματολογικές μετρήσεις και πλήρεις μεταβολικούς πίνακες. Ορισμένοι από αυτούς τους ασθενείς έλαβαν επίσης περισσότερο επεμβατικές εξετάσεις, όπως αξονική τομογραφία, ενεργό άνθρακα, οσφυϊκή διάτρηση και ενδοφλέβια αντιβιοτικά. Όλα αυτά συμβάλλουν στο υψηλότερο κόστος νοσοκομειακών και επειγόντων περιστατικών, σε αυξημένο μήκος παραμονής και σε πιθανή βλάβη στους ασθενείς.

Εκτός από τις αυξημένες επισκέψεις στα επείγοντα, από το 2005 έως το 2011, ο όγκος κλήσεων στα κέντρα δηλητηριάσεων για την έκθεση παιδιών σε κάνναβη αυξήθηκε κατά 30,3% σε πολιτείες όπου η κάνναβη αποποινικοποιήθηκε σε σύγκριση με ένα σταθερό ποσοστό σε πολιτείες που δεν έχουν υιοθετήσει την αποποινικοποίηση της κάνναβης ενώ τα προϊόντα της κάνναβης και της CBD καθίστανται όλο και πιο διαθέσιμα, τα προϊόντα αυτά παραμένουν στον Πίνακα Ι της DEA (Υπηρεσία Δίωξης Ναρκωτικών) και επομένως δεν ρυθμίζονται στην παραγωγή, τη συσκευασία και την επισήμανση εκτός κλινικών δοκιμών. Όπως διαπιστώνεται στην περίπτωση της μελέτης του Κολοράντο, το 50% των ακούσιων καταπόσεων ήταν δευτερεύουσες σε ένα βρώσιμο, το οποίο τα παιδιά μπορούν εύκολα να το μπερδέψουν με ένα τρόφιμο ή γλυκό εάν δεν επιβλέπονται από τους γονείς. Κανένα από τα προϊόντα αυτά δεν απαιτείται να έχει συσκευασίες ασφαλείας για την πρόληψη της τυχαίας κατάποσης από παιδιά. Επιπλέον, δεν απαιτούνται προειδοποιητικές ετικέτες ή επαλήθευση των συστατικών του προϊόντος, αφήνοντας την ιατρική κοινότητα να βρίσκεται ανάμεσα στην παροχής ασφαλούς ιατρικής περίθαλψης και της αυτονομίας των ασθενών. Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, το AAP έχει δημοσιεύσει συστάσεις για τον περιορισμό της πρόσβασης της κάνναβης στα παιδιά.

Ο ρόλος του φαρμακοποιού

Το 2007, εν μέσω της νομιμοποίησης της ιατρικής χρήσης της κάνναβης σε πολλές πολιτείες, οι Seamon et al.[21] αναγνώρισαν ότι οι φαρμακοποιοί έπρεπε να είναι προσεκτικοί στις νομοθετικές αλλαγές που συμβαίνουν σε πολιτειακό και ομοσπονδιακό επίπεδο. Οι φαρμακοποιοί είναι μοναδικά έτοιμοι να κατανοήσουν τη φαρμακευτική χημεία καθώς και τις πρακτικές συνέπειες που σχετίζονται με την αποποινικοποίηση και την νομιμοποίηση. Οι φαρμακοποιοί μπορούν να συνεχίσουν να εκπαιδεύουν τόσο τους επαγγελματίες του ιατρικού κλάδου όσο και τους απλούς ανθρώπους σχετικά με τις διαφορές μεταξύ των κανναβινοειδών και να βοηθήσουν στην άρση του στιγματισμού γύρω από την κατάλληλη και νόμιμη χρήση των προϊόντων CBD. Ταυτόχρονα, οι επαγγελματίες του τομέα της ιατρικής πρέπει να θυμούνται τις τεκμηριωμένες επιπτώσεις της οξείας δηλητηρίασης από τη κάνναβη στην νευρογνωστική ανάπτυξη και τα ψυχιατρικά προβλήματα.

Πολλές εγκαταστάσεις υγειονομικής περίθαλψης εργάζονται μέσω διαδικασιών που αφορούν την χρήση από τους ασθενείς αυτών των φαρμάκων. Επειδή η χρήση προϊόντων κάνναβης εκτός των εγκεκριμένων κλινικών δοκιμών δεν είναι νόμιμη βάσει του ομοσπονδιακού νόμου και συνεπώς δεν επιτρέπεται στα πλαίσια του Centers for Medicare & Medicaid Services (CMS) Conditions of Participation, υπάρχουν σημαντικές προκλήσεις όσον αφορά τη διαχείριση των νοσηλευόμενων ασθενών. Όποια και αν είναι η πολιτεία και η κατάσταση, οι φαρμακοποιοί πρέπει να έχουν επίγνωση των εξωτερικών παραγόντων που σχετίζονται με το να επιτρέπεται σε έναν ασθενή να χρησιμοποιεί τη CBD σε ένα περιβάλλον εσωτερικής νοσηλείας.

Οι φαρμακοποιοί είναι επίσης έτοιμοι να συμμετάσχουν στο σχεδιασμό και την αξιολόγηση της τρέχουσας και μελλοντικής έρευνας στον τομέα αυτό. Η σημασία των αλληλεπιδράσεων φαρμάκων μεταξύ της CBD και άλλων αντιεπιληπτικών παραμένει αβέβαιη τόσο για την αποτελεσματικότητα όσο και για την ασφάλεια των προϊόντων CBD. Η διαφορά στις συγκεντρώσεις, τις δοσολογίες και τα σκευάσματα διαφόρων προϊόντων που πωλούνται σε ιδιωτικούς διανομείς δεν τυποποιείται ή δεν ρυθμίζεται. Οι διαφορές στην κρατική νομοθεσία σχετικά με τις επιτρεπόμενες συγκεντρώσεις και ποσά μπορεί να προκαλέσουν σύγχυση στους ασθενείς και τις οικογένειές τους και οι φαρμακοποιοί μπορούν να βοηθήσουν στην παροχή αυτών των πληροφοριών. Διάφορες οργανώσεις βοήθησαν στην επικαιροποίηση και στην περίληψη αυτών των πληροφοριών

… η συνέχεια του κειμένου στο PDF:

Τα Κανναβινοειδή στην Παιδιατρική.pdf

https://www.facebook.com/download/preview/2332464223636683

Προσθέστε με στη λίστα email με νέα, εκπτώσεις, άρθρα, προϊόντα και εκδηλώσεις του συλλόγου

Δεν στέλνουμε spam!

Με την εγγραφή σας συμφωνείτε με την πολιτική απορρήτου μας.

Αφήστε μια απάντηση