(Αναδημοσίευση με μετάφραση από: Marijuana Doctors, “Medical Marijuana and Lymphoma” https://www.marijuanadoctors.com/conditions/lymphoma/ )
Η ιατρική χρήση της κάνναβης και το λέμφωμα
Όπως και άλλοι τύποι καρκίνου[1], το λέμφωμα είναι μια διαταραχή που αλλάζει τη ζωή. Όχι μόνο έρχεται με τους κινδύνους και τα συμπτώματα άλλων καρκίνων, αλλά επίσης επηρεάζει άμεσα την ανοσία σου, καθιστώντας σε ευαίσθητο σε άλλες ασθένειες.
[1] “Cancer” (Καρκίνος) https://www.marijuanadoctors.com/conditions/cancer/
Επειδή αυτή η ασθένεια μπορεί να είναι τόσο εξουθενωτική, είναι κατανοητό ότι θα θέλεις να γνωρίζεις όλες τις θεραπευτικές σου επιλογές. Ωστόσο, οι υπάρχουσες μέθοδοι που διαθέτουμε μπορούν να βάλουν το σώμα σε ακραία επίπεδα άγχους. Η εύρεση ενός τρόπου για να αποφύγουμε τα συμπτώματα και τις ανεπιθύμητες παρενέργειες θα μπορούσε να είναι η μια συνολική αλλαγή του παιχνιδιού.
Η ιατρική χρήση της κάνναβης θα μπορούσε να κάνει πιο εύκολη την καταπολέμηση του λεμφώματος. Ας μιλήσουμε λοιπόν, για την κάνναβη και το λέμφωμα.
Τι είναι το λέμφωμα;
Πολλοί τύποι καρκίνου έχουν πολύ απλά ονόματα – για παράδειγμα, ο καρκίνος του μαστού εμφανίζεται στο στήθος και ο καρκίνος του πνεύμονα εμφανίζεται στους πνεύμονες. Αλλά αν δεν το ξέρεις, η ονομασία “λέμφωμα” μπορεί να προκαλέσει σύγχυση. Ας το εξηγήσουμε λοιπόν.
Το λέμφωμα είναι ένας τύπος καρκίνου που επηρεάζει το λεμφικό σύστημα[2], ένα μέρος του ανοσοποιητικού μας συστήματος. Το λεμφικό σύστημα απελευθερώνει λευκά αιμοσφαίρια που ονομάζονται λεμφοκύτταρα που παράγουν αντισώματα. Όταν κάποιος έχει καρκίνο, το σώμα του αποτυγχάνει να σκοτώσει τα επιπλέον κύτταρα, τα οποία αρχίζουν να εξαπλώνονται και να βλάπτουν το σώμα.
[2] “Lymphoma, Also called: Non-Hodgkin lymphoma” (Το λέμφωμα, ονομάζεται επίσης και ως: Λέμφωμα μη Hodgkin) https://medlineplus.gov/lymphoma.html
Ο λεμφικός ιστός βρίσκεται σε πολλές περιοχές του σώματος. Περιλαμβάνονται οι λεμφαδένες, ο μυελός των οστών και ο σπλήνας. Το λέμφωμα μπορεί να επηρεάσει οποιαδήποτε από αυτές τις περιοχές, όπως τον λεμφικό ιστό κοντά στον εγκέφαλο ή στο δέρμα.
Λέμφωμα Hodgkin έναντι Λέμφωμα μη-Hodgkin
Υπάρχουν δύο κατηγορίες λεμφώματος που βασίζονται στο αν ο καρκίνος σας περιέχει ιστούς Reed-Steinberg[3]. Τα κύτταρα Reed-Steinberg είναι μεταλλαγμένα λευκά αιμοσφαίρια που είναι μέχρι και πέντε φορές μεγαλύτερα από τα υγιή λεμφοκύτταρα.
[3] “What’s the Difference Between Hodgkin Lymphoma and Non-Hodgkin Lymphoma? [Infographic]” (Ποια είναι η διαφορά μεταξύ Λέμφωμα Hodgkin και Λέμφωμα μη-Hodgkin; [Infographic]) https://blog.dana-farber.org/…/what-is-the-difference-betw…/
Το λέμφωμα Hodgkin[4] αρχίζει συνήθως στις μασχάλες, στο λαιμό ή στο στήθος. Στη συνέχεια προχωράει στο πλησιέστερο σύνολο λεμφαδένων, καθιστώντας εύκολη τη διάγνωση σε προηγούμενα στάδια. Ωστόσο, το λέμφωμα Hodgkin εμφανίζεται λιγότερο συχνά από ότι το λέμφωμα μη-Hodgkin.
[4] “Hodgkins Lymphoma” (Λέμφωμα Hodgkins) https://www.marijuanadoctors.com/conditi…/hodgkins-lymphoma/
Το λέμφωμα μη-Hodgkin[5] είναι πολύ πιο δύσκολο να διαγνωστεί νωρίς και για τους γιατρούς είναι πολύ πιο δύσκολο να προβλέψουν το πού θα εξαπλωθεί στη συνέχεια. Εξαιτίας αυτού, οι ασθενείς με λέμφωμα μη-Hodgkin τείνουν να έχουν μια διάγνωση σε πιο προχωρημένα στάδια της νόσου. Ανάλογα με τον υποτύπο του λεμφώματος μη-Hodgkin ο ασθενής μπορεί να έχει χαμηλότερο ή ίσο ποσοστό επιβίωσης με ένα λέμφωμα Hodgkin.
[5] “Non-Hodgkins Lymphoma” (Λέμφωμα μη Hodgkin) https://www.marijuanadoctors.com/con…/non-hodgkins-lymphoma/
Συμπτώματα στο λέμφωμα
Τα συμπτώματα που αντιμετωπίζει κάποιος εξαρτώνται περισσότερο από το πού εκδηλώνεται το λέμφωμα, παρά από τον τύπο του λεμφώματος που έχει. Δεδομένου ότι το λέμφωμα συχνά προκαλεί τη διόγκωση των λεμφαδένων, η προκύπτουσα πίεση στα περιβάλλοντα όργανα μπορεί να προκαλέσει προβλήματα.
Αν βρεις στο στόμα σου έναν πρησμένο λεμφαδένα, θα πρέπει να μιλήσεις με γιατρό. Οι λεμφαδένες βρίσκονται σε περιοχές όπως ο λαιμός, οι μασχάλες και η βουβωνική χώρα. Άλλες ασθένειες και καρκίνοι μπορεί να οδηγήσουν σε διογκωμένους λεμφαδένες, οπότε είναι πολύ σημαντικό να τους ελέγξουμε, ακόμα και αν δεν έχουμε μια διάγνωση λεμφώματος.
Οι πρησμένοι λεμφαδένες στο στήθος μπορούν να ασκήσουν πίεση στον λάρυγγα, προκαλώντας αναπνευστικά προβλήματα. Αυτά τα προβλήματα περιλαμβάνουν βήχα, δυσκολία στην αναπνοή και πόνο στο στήθος.
Όταν ένας λεμφαδένας στην κοιλιακή χώρα διογκώνεται, μπορεί να ωθήσει το στομάχι ή τα έντερα. Η πίεση μας κάνει να νιώθουμε ναυτία και μειώνεται η όρεξη. Μπορεί επίσης να μας κάνει να νιώθουμε πόνο σε αυτήν την περιοχή.
Το λέμφωμα στον λεμφικό ιστό του εγκεφάλου ή του δέρματος μπορεί επίσης να οδηγήσει σε δυσάρεστα συμπτώματα. Όταν υπάρχει λέμφωμα στον εγκέφαλο ή στο νωτιαίο μυελό, μπορεί να έχουμε αλλαγές προσωπικότητας, επιληπτικές κρίσεις, μούδιασμα και άλλα γνωστικά προβλήματα. Το λέμφωμα του δέρματος μπορεί να είναι ορατό ή εύκολο να το αντιληφθούμε και τείνει να προκαλεί φαγούρα και κοκκινίλα.
Το λέμφωμα προκαλεί επίσης και άλλα συμπτώματα που συνήθως απαντώνται σε οποιοδήποτε είδος καρκίνου. Τα τυπικά συμπτώματα του καρκίνου περιλαμβάνουν ταχεία απώλεια βάρους, κόπωση, χρόνιο πόνο και πυρετό.
Στοιχεία λεμφώματος
* Περισσότερο από το 90% των ασθενών με λέμφωμα Hodgkin επιβιώνουν περισσότερο από 5 χρόνια.
* Ενώ η μέση ηλικία πασχόντων από λέμφωμα μη-Hodgkin είναι 60 ετών, το λέμφωμα Hodgkin επηρεάζει κυρίως τους εφήβους, τους νέους ενήλικες και τους ηλικιωμένους.
* Στις ΗΠΑ διαγιγνώσκονται περίπου 70.000 περιπτώσεις με λέμφωμα μη-Hodgkin κάθε χρόνο, ενώ διαγιγνώσκονται 8.000 περιπτώσεις με λέμφωμα Hodgkin.
* Οι άνθρωποι που έχουν τον ιό της ανθρώπινης ανοσοανεπάρκειας (HIV) έχουν πολύ μεγαλύτερες πιθανότητες να εμφανίσουν λέμφωμα[6] από όσους είναι χωρίς αυτόν.
* Η έκθεση σε υψηλά επίπεδα ακτινοβολίας μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο ανάπτυξης λέμφωμα μη-Hodgkin.
* Το οικογενειακό ιστορικό για λέμφωμα Hodgkin μπορεί να αυξήσει την πιθανότητα εμφάνισης του.
* Το λέμφωμα μη-Hodgkin έχει πάνω από 60 παραλλαγές, ενώ υπάρχουν πολύ λιγότερες παραλλαγές στο λέμφωμα Hodgkin.
[6] “Lymphoma” (Λέμφωμα) https://www.cdc.gov/cancer/lymphoma/index.htm
Πώς αντιμετωπίζουμε τυπικά το λέμφωμα
Το λέμφωμα έχει μεγάλη ποικιλία θεραπειών, αλλά η χημειοθεραπεία και η ακτινοθεραπεία είναι οι δύο πιο γνωστές. Εναλλακτικά, μπορεί να δοκιμαστούν λιγότερο γνωστές θεραπείες όπως η ανοσοθεραπεία και οι μεταμοσχεύσεις βλαστικών κυττάρων.
Ακτινοβολία και χημειοθεραπεία
Αν και η ακτινοβολία και η χημειοθεραπεία μπορεί να είναι αποτελεσματικές θεραπείες για τον πάσχοντα από λέμφωμα και οι δύο έρχονται με σοβαρές αρνητικές παρενέργειες. Μαζί με την απώλεια μαλλιών και άλλες δυσάρεστες παρενέργειες της ακτινοβολίας και της χημειοθεραπείας, η ακραία κόπωση, η ναυτία και ο έμετος συχνά συνοδεύουν την ακτινοβολία και την χημειοθεραπεία. Η ακραία απώλεια βάρους μπορεί να έχει ως συνέπεια ο ασθενής απλά να μην μπορεί να τραφεί.
Αυτό δημιουργεί ένα άλλο πρόβλημα, ένας πάσχων από λέμφωμα χρειάζεται όλη τη δύναμη που μπορεί να έχει, όμως η ίδια η θεραπεία προκαλεί συχνά αδυναμία επειδή ο ασθενής δεν παίρνει αρκετές βιταμίνες και θρεπτικά συστατικά από το φαγητό.
Ο καρκίνος είναι μια τόσο θανατηφόρα ασθένεια σε μεγάλο βαθμό επειδή τα καρκινικά κύτταρα είναι ταχέως διαιρούμενα κύτταρα, επιτρέποντας την ασθένεια να εξαπλωθεί γρήγορα στο σώμα. Η χημειοθεραπεία λειτουργεί με την παράδοση ενός κοκτέιλ φαρμάκων στο σώμα του ασθενούς που σκοτώνει τα ταχέως διαιρούμενα καρκινικά κύτταρα.
Το πρόβλημα είναι ότι τα καρκινικά κύτταρα δεν είναι τα μόνα ταχέως διαιρούμενα κύτταρα στο ανθρώπινο σώμα. Άλλα μέρη στο σώμα όπου μπορούν να βρεθούν ταχέως διαιρούμενα κύτταρα περιλαμβάνουν τα θυλάκια τρίχας, τον μυελό των οστών και το πεπτικό σύστημα.
Ως αποτέλεσμα, μία από τις συνηθέστερες παρενέργειες της χημειοθεραπείας είναι η φλεγμονή του πεπτικού σωλήνα που έχει ως αποτέλεσμα την αδυναμία να τραφεί κάποιος. Η ακτινοθεραπεία έχει κάποιες δυσάρεστες παρενέργειες, όπως είναι η ακραία κόπωση, η ναυτία και ο εμετός για μέρες ή και εβδομάδες μετά τη θεραπεία.
Ανοσοθεραπεία
Η ανοσοθεραπεία εκκινεί το ανοσοποιητικό σου σύστημα για να λειτουργήσει καλύτερα ή προσθέτει νέα συστατικά στο ανοσοποιητικό σου σύστημα. Χορηγείται συχνά μέσα από έναν ορό, οπότε κάποιος πρέπει να κάνει τακτικές επισκέψεις σε κατάλληλο χώρο για να συνεχίσει τη διαδικασία.
Για τη θεραπεία στο λέμφωμα μη-Hodgkin, οι γιατροί χρησιμοποιούν συχνά μονοκλωνικά αντισώματα ή τεχνητά αντισώματα που δημιουργούνται για να στοχεύσουν συγκεκριμένο τύπο κυττάρου. Ορισμένα όμως χρησιμοποιούνται τώρα και για τη θεραπεία σε λέμφωμα Hodgkin.
Θεραπείες που ενισχύουν το ανοσοποιητικό σύστημα περιλαμβάνουν ιντερφερόνη και ανοσορρυθμιστικά φάρμακα. Ενώ η ιντερφερόνη παράγεται φυσικά από λευκά αιμοσφαίρια, τα ανοσοδιαμορφωτικά φάρμακα είναι απόλυτα τεχνητά.
Δεδομένου ότι η ανοσοθεραπεία αλλάζει το ανοσοποιητικό σύστημα, μπορεί να οδηγήσει σε παρενέργειες που προκαλούνται από τη διαφορά στην ανοσία ή τα υγιή κύτταρα που δέχονται επίθεση από το ανοσοποιητικό σύστημα. Οι μη επικίνδυνες παρενέργειες περιλαμβάνουν πεπτικά προβλήματα, βήχα, ναυτία, κόπωση και πυρετό. Σε ακραίες περιπτώσεις, η ανοσοθεραπεία μπορεί να προκαλέσει απειλητικές για τη ζωή ανεπιθύμητες ενέργειες που πρέπει να ενημερώνεται αμέσως ο γιατρός σε κάθε περίπτωση.
Μεταμοσχεύσεις βλαστικών κυττάρων
Σπάνια, ο γιατρός θα ζητήσει να γίνει μια μεταμόσχευση βλαστικών κυττάρων. Αυτό συμβαίνει μερικές φορές όταν είσαι σε ύφεση ή έχεις μια υποτροπή. Αυτή η μέθοδος θεραπείας αυξάνει σιγά-σιγά σε δημοτικότητα καθώς μαθαίνουμε περισσότερα γι’ αυτήν.
Κατατάσσουμε τα δύο είδη μεταμοσχεύσεων βλαστικών κυττάρων με βάση την πηγή των βλαστικών κυττάρων. Οι μεταμοσχεύσεις αυτόλογων βλαστικών κυττάρων περιλαμβάνουν τη διατήρηση ορισμένων από τα βλαστοκύτταρα του ασθενούς και την επανεισαγωγή τους μετά από έντονη χημειοθεραπεία ή ακτινοθεραπεία. Τα μεταμοσχεύματα αλλογενών βλαστοκυττάρων γίνονται με παρόμοιο τρόπο, αλλά τα βλαστοκύτταρα προέρχονται από άλλο άτομο.
Τα μεταμοσχεύματα βλαστικών κυττάρων μπορούν να οδηγήσουν σε παρενέργειες καθώς το σώμα σας προσαρμόζεται στα νέα βλαστοκύτταρα. Το σώμα θα είναι πολύ πιο επιρρεπές σε λοίμωξη. Επιπλέον, δεν μπορείς να δημιουργήσεις αιμοπετάλια στο αίμα σου όταν πρωτοέχεις τα νέα κύτταρα, οπότε πρέπει να αποφεύγονται τραυματισμοί που προκαλούν αιμορραγία.
Στην περίπτωση που το σώμα απορρίπτει τα νέα βλαστοκύτταρα, μπορεί επίσης να βρεθείς αντιμέτωπος με κάποια απειλητικά για τη ζωή προβλήματα. Δεδομένου ότι το ανοσοποιητικό σύστημα του ασθενούς πρέπει να κατασταλεί πριν από τη μεταμόσχευση, αυτό μπορεί να οδηγήσει τα ξένα βλαστοκύτταρα να επιτίθενται στα όργανα του. Εάν τα βλαστοκύτταρα δεν συγχωνεύονται στο μυελό των οστών και πολλαπλασιάζονται, ο ασθενής θα έχει προβλήματα με αιμορραγία και μόλυνση.
Λέμφωμα και η ιστορία της ιατρικής χρήσης της κάνναβης
Η ιατρική χρήση της κάνναβης έχει μακρά ιστορία ως αποτελεσματικό διεγερτικό της όρεξης και στην θεραπεία κατά της ναυτίας. Επιπλέον, πρόσφατη έρευνα έδειξε ότι η ιατρική χρήση της κάνναβης έχει επίσης σημαντικές αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες, καθιστώντας την μια εξαιρετική προσθήκη σε οποιοδήποτε καθεστώς θεραπείας σε ένα λέμφωμα.
Ιατρική χρήση της κάνναβης και λέμφωμα: Κλινικές αποδείξεις
Από όλες τις πρόσφατες έρευνες που έγιναν σχετικά με την ιατρική χρήση της κάνναβης, ορισμένα από τα ισχυρότερα αποτελέσματα έχουν ληφθεί σχετικά με την έρευνα για τον ασθενή με καρκίνο. Παρόλο που σπάνια υπάρχει πλήρης συναίνεση μεταξύ της ιατρικής κοινότητας, υπάρχει ευρεία συμφωνία ότι η ιατρική χρήση της κάνναβης δουλεύει για να τονώσει την όρεξη καθώς επίσης και να μειώσει τη ναυτία και τον εμετό που συχνά συνοδεύει τη θεραπεία για το λέμφωμα.
Ένας τρόπος με τον οποίο η ιατρική χρήση της κάνναβης βοηθά τους ασθενείς με λέμφωμα που περνούν από χημειοθεραπεία είναι μέσω των αντιφλεγμονωδών ιδιοτήτων που βρίσκονται στη κάνναβη. Μαζί με άλλες σημαντικές χημικές ιδιότητες, η Κανναβιδιόλη ή CBD[7], είναι ένα σημαντικό συστατικό που βρίσκεται στην κάνναβη. Πολλές κλινικές μελέτες δείχνουν ότι η CBD μπορεί να ανακουφίσει το άγχος, τις επιληπτικές κρίσεις, τη φλεγμονή και τη ναυτία.
[7] “Cannabidiol (CBD)” (Η κανναβιδιόλη (CBD)) https://www.marijuanadoctors.com/conditions/lymphoma/
Μελέτες έχουν δείξει ακόμη ότι η CBD μπορεί να εμποδίσει την ανάπτυξη ορισμένων καρκινικών κυττάρων, καθιστώντας την κάνναβη όχι μόνο ένα ευεργετικό φάρμακο για την αντιμετώπιση των παρενεργειών της χημειοθεραπείας και της θεραπείας με ακτινοβολία, αλλά και μια πιθανή πρώτη γραμμή άμυνας έναντι των κυττάρων που προκαλούν λέμφωμα.
Λέμφωμα & ιατρική έρευνα στην κάνναβη
Το 2005, οι ερευνητές εξέτασαν τα αποτελέσματα της ενεργοποίησης του υποδοχέα κανναβινοειδών στο λέμφωμα μανδύα (mantle cell lymphoma, MCL)[8]. Η ομάδα πραγματοποίησε προηγούμενη έρευνα για την έκφραση των υποδοχέων κανναβινοειδών σε κύτταρα MCL, όπου έμαθαν ότι τα MCL είχαν μεγαλύτερη έκφραση από τα υγιή κύτταρα. Για να επεκταθούν πάνω σε αυτό το εύρημα, ήθελαν να δουν πώς επηρέασε την ενεργοποίηση των υποδοχέων κανναβινοειδών στο MCL.
[8] Flygare J, Gustafsson K, Kimby E, Christensson B, Sander B “Cannabinoid receptor ligands mediate growth inhibition and cell death in mantle cell lymphoma” (Οι συνδέτες υποδοχέα κανναβινοειδών μεσολαβούν στην αναστολή της ανάπτυξης και στον κυτταρικό θάνατο στο λέμφωμα μανδύα) FEBS Lett. 2005 Dec 19;579(30):6885-9.
https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/16337199
Περίληψη
“Έχει αναφερθεί νωρίτερα η υπερέκφραση των κεντρικών και περιφερειακών υποδοχέων κανναβινοειδών CB1 και CB2 σε λέμφωμα μανδύα (MCL), λέμφωμα μη-Hodgkin Β κυττάρων. Σε αυτή τη μελέτη, η θεραπεία με συνδέτες υποδοχέα κανναβινοειδών προκάλεσε μείωση στη βιωσιμότητα των κυττάρων MCL, ενώ τα κύτταρα μάρτυρες που δεν είχαν CB1 δεν επηρεάστηκαν. Είναι ενδιαφέρον ότι οι ισοδύναμες δόσεις του ανταγωνιστή CB1, SR141716A και του αγωνιστή CB1/CB2, ανανδαμίδιο, προκάλεσαν επιπρόσθετα αρνητικά αποτελέσματα στη βιωσιμότητα. Επιπλέον, η αγωγή με τον αγωνιστή CB1/CB2, Win-55,212-2 προκάλεσε μείωση στην μακροχρόνια ανάπτυξη των κυττάρων MCL σε καλλιέργεια. Η επαγωγή της απόπτωσης, όπως μετράται με FACS/Annexin V-FITC, συνέβαλε στην κατασταλτική επίδραση ανάπτυξης του Win-55,212-2. Τα δεδομένα μας δείχνουν ότι οι υποδοχείς κανναβινοειδών μπορούν να θεωρηθούν ως δυνητικοί θεραπευτικοί στόχοι στο MCL”.
Και τα δύο κανναβινοειδή που ενεργοποιούν τον υποδοχέα CB1 και τα κανναβινοειδή που ενεργοποιούν τον υποδοχέα CB2 μείωσαν τη βιωσιμότητα του MCL. Ωστόσο, αυτή η μελέτη έδειξε επίσης ότι ένας ανταγωνιστής CB1 θα μπορούσε να βοηθήσει στην καταστροφή των κυττάρων MCL. Όταν η ομάδα χρησιμοποίησε αμφότερα έναν ανταγωνιστή και ένα CB1-δεκτικό κανναβινοειδές, συνεργάστηκαν για μεγαλύτερο αποτέλεσμα. Παραδόξως, αυτό το φαινόμενο δεν συνέβη με τα κύτταρα του καρκίνου του μαστού.
Πολλά από τα μέλη της ομάδας της προηγούμενης μελέτης εργάστηκαν επίσης σε μια μελέτη για λέμφωμα μη-Hodgkin. Ενώ ήδη γνώριζαν ότι το MCL είχε περισσότερη έκφραση κανναβινοειδούς υποδοχέα, δεν ήξεραν αν το λέμφωμα μη-Hodgkin είχαν κάτι αντίστοιχο. Έτσι, εξέτασαν τους υποδοχείς κανναβινοειδών σε λέμφωμα μη-Hodgkin Β κύτταρα[9].
[9] Gustafsson K, Wang X, Severa D, Eriksson M, Kimby E, Merup M, Christensson B, Flygare J, Sander B “Expression of cannabinoid receptors type 1 and type 2 in non-Hodgkin lymphoma: growth inhibition by receptor activation” () Int J Cancer. 2008 Sep 1;123(5):1025-33.
https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/18546271
Περίληψη
“Τα ενδογενή και τα συνθετικά κανναβινοειδή ασκούν αντιπολλαπλασιαστικά και προαποπτωτικά αποτελέσματα σε διάφορους τύπους καρκίνου και σε λέμφωμα μανδύα (MCL). Σε αυτή τη μελέτη, αξιολογήσαμε την έκφραση κανναβινοειδών υποδοχέων τύπου 1 και τύπου 2 (CB1 και CB2) σε λεμφώματα μη-Hodgkin τύπου Β κυττάρων (n = 62). Η πλειοψηφία των λεμφωμάτων εξέφραζε υψηλότερα επίπεδα mRNA του CB1 ή/και του CB2 σε σύγκριση με τον αντιδραστικό λεμφοειδή ιστό. Με εξαίρεση το MCL, το οποίο ομοιόμορφα υπερεκφράζει τόσο τον CB1 όσο και τον CB2, τα επίπεδα κανναβινοειδών υποδοχέων εντός άλλων οντοτήτων λεμφώματος ήταν πολύ μεταβλητά, κυμαινόμενα από 0,1 έως 224 φορές την έκφραση σε αντιδραστικούς λεμφαδένες. Χαμηλά επίπεδα της παραλλαγής ματίσματος CB1a, που έχει δειχθεί προηγουμένως ότι έχει διαφορετική συγγένεια για τα κανναβινοειδή από τον CB1, ανιχνεύθηκαν στο 44% των λεμφωμάτων, ενώ δεν ανιχνεύθηκε έκφραση CB1b. Σε λειτουργικές μελέτες που χρησιμοποίησαν κυτταρικές σειρές MCL, λεμφώματος Burkitt (BL), χρόνιας λεμφικής λευχαιμίας (CLL) και κυτταρικής σειράς λευχαιμίας κυττάρων πλάσματος, το σταθερό ανάλογο αναλόγου R(+)-μεθανοανιδίου (R(+)-ΜΑ) CLL, τα οποία υπερεκφράζουν και τους δύο κανναβινοειδείς υποδοχείς, αλλά όχι στο BL. Η in vivo θεραπεία με R(+)-ΜΑ προκάλεσε σημαντική μείωση του μεγέθους του όγκου και του μιτωτικού δείκτη σε ποντικούς ξενομοσχευμένους με ανθρώπινο MCL. Μαζί, τα αποτελέσματά μας υποδεικνύουν ότι οι θεραπείες που χρησιμοποιούν συνδέτες υποδοχέα κανναβινοειδών θα έχουν αποτελεσματικότητα στη μείωση του φορτίου όγκου σε κακοήθη λεμφώματα που υπερεκφράζουν CB1 και CB2”.
Τα περισσότερα δείγματα που αναλύθηκαν είχαν περισσότερους υποδοχείς από τον τυπικό ιστό των λεμφαδένων. Τα δείγματα είχαν διαφορετικά επίπεδα έκφρασης, αλλά σε κανένα από αυτά δεν έλειπε εντελώς. Κατά την εξέταση των ευρημάτων τους στο πλαίσιο άλλων μελετών, η ομάδα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι υποδοχείς κανναβινοειδών θα μπορούσαν να είναι ζωτικής σημασίας για τη θεραπεία καρκίνων όπως το λέμφωμα.
Περισσότερα για τη ιατρική χρήση της κάνναβης στο λέμφωμα
Όπως μπορούμε να διαπιστώσουμε από τα στοιχεία, η κάνναβη χρησιμεύει ως ευέλικτο ιατρικό βοήθημα για καρκινοπαθείς. Τα γενικά συμπτώματα του καρκίνου συχνά εμφανίζονται ως ενδείξεις που πληρούν τις προϋποθέσεις για τις πολιτείες που έχουν νομιμοποιήσει την ιατρική χρήση της κάνναβης.
Για παράδειγμα, ένα σύμπτωμα που προκύπτει τόσο από τον καρκίνο όσο και από τις θεραπείες του είναι η ναυτία. Αποδεικνύεται ότι σε πολλές δικαιοδοσίες θεωρούν την ναυτία μια σοβαρή κατάσταση, ως ένα πρόβλημα υγείας κατάλληλο για τη χρήση της κάνναβης. Έχουμε ακόμη και συνθετικά κανναβινοειδή[10] που χρησιμοποιούνται εκεί για αντιεμετικούς σκοπούς, οπότε έτσι και οι ομοσπονδιακές αρχές κατανοούν τις δυνατότητες της κάνναβης.
[10] “Synthetic Cannabinoids” (Συνθετικά κανναβινοειδή) https://www.marijuanadoctors.com/bl…/synthetic-cannabinoids/
Όταν χρησιμοποιείται η κάνναβη για το λέμφωμα και τα συναφή θέματα υγείας, ωστόσο, πρέπει να έχουμε υπόψη μας ορισμένα πράγματα:
* Επί του παρόντος, δεν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε την κάνναβη ως ένα θαυματουργό φάρμακο για τη θεραπεία του καρκίνου, αν και ίσως με περαιτέρω έρευνα, να βρούμε περισσότερες δυνατότητες θεραπείας του καρκίνου. Μέχρι τότε, θα πρέπει να χρησιμοποιούμε την κάνναβη ως συμπλήρωμα στο θεραπευτικό μας σχήμα και όχι ως αντικατάσταση.
* Το λέμφωμα εκδηλώνεται άμεσα στο ανοσοποιητικό σύστημα. Η κάνναβη έχει ανοσορυθμιστικές ιδιότητες. Πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί όταν χρησιμοποιούμε την κάνναβη για να μην αυξηθούν τυχόν επιπλοκές.
* Μπορεί να μην έχεις μια εντελώς θετική εμπειρία με τη κάνναβη αμέσως. Μερικοί ασθενείς δεν αντιδρούν καλά σε αυτήν και βρίσκουν πτυχές όπως η γεύση και η οσμή να είναι εκτός της αντοχής τους. Αν θέλεις να χρησιμοποιήσεις την κάνναβη για την υγεία σου, πρέπει να έχεις ένα ανοιχτό μυαλό και να είσαι πρόθυμος να πειραματιστείς.
(το άρθρο συνεχίζεται αλλά η μετάφραση θεώρησε ότι δεν χρειάζονταν να μεταφράσει το υπόλοιπο κείμενο)
Μελέτες
* D.I. Abrams “Integrating cannabis into clinical cancer care” (Ενσωμάτωση της κάνναβης σε κλινική φροντίδα του καρκίνου) Curr Oncol. 2016 Mar;23(Suppl 2):S8–S14.
https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC4791148/
Περίληψη
“Τα είδη κάνναβης έχουν χρησιμοποιηθεί ως φάρμακο για χιλιάδες χρόνια. μόνο από τη δεκαετία του 1940 το φυτό δεν ήταν πλέον ευρέως διαθέσιμο για ιατρική χρήση. Ωστόσο, ένας αυξανόμενος αριθμός δικαιοδοσιών καθιστά δυνατό στους ασθενείς να αποκτήσουν το βότανο για ιατρική χρήση.
Για τον ασθενή με καρκίνο, η κάνναβη έχει πολλά πιθανά οφέλη, ειδικά στη διαχείριση των συμπτωμάτων. Η κάνναβη είναι χρήσιμη στην καταπολέμηση της ανορεξίας, της ναυτίας και του εμέτου που προκαλείται από τη χημειοθεραπεία, του πόνου, της αϋπνίας και της κατάθλιψης. Η κάνναβη μπορεί να είναι λιγότερο ισχυρή από άλλες διαθέσιμες αντιεμετικές ουσίες, αλλά για ορισμένους ασθενείς είναι ο μόνος παράγοντας που λειτουργεί και είναι το μόνο αντιεμετικό που αυξάνει επίσης την όρεξη. Η εισπνοή κάνναβης είναι πιο αποτελεσματική από το εικονικό φάρμακο για τη βελτίωση της περιφερικής νευροπάθειας σε διάφορες καταστάσεις και θα μπορούσε να αποδειχθεί χρήσιμη στην προκαλούμενη από χημειοθεραπεία νευροπάθεια. Μια μελέτη φαρμακοκινητικής αλληλεπίδρασης εξατμισμένης κάνναβης σε ασθενείς με χρόνιο πόνο σε σταθερές δόσεις οπιοειδών παρατεταμένης απελευθέρωσης δεν κατέδειξε κλινικά σημαντική αλλαγή στα οπιούχα του πλάσματος, ενώ υποδεικνύει τη δυνατότητα συνεργατικής αναλγησίας.
Εκτός από τη διαχείριση των συμπτωμάτων, ένα αυξανόμενο σύνολο μελετών in vitro και ζωικών μοντέλων υποστηρίζει ένα πιθανό άμεσο αντικαρκινικό αποτέλεσμα των κανναβινοειδών μέσω διαφόρων μηχανισμών που περιλαμβάνουν απόπτωση, αγγειογένεση και αναστολή της μετάστασης. Παρά την απουσία κλινικών δοκιμών, κυκλοφορούν άφθονες ανεπίσημες αναφορές που περιγράφουν ασθενείς με αξιοσημείωτη ανταπόκριση στην κάνναβη ως αντικαρκινικό παράγοντα, ειδικά όταν λαμβάνονται ως συμπύκνωμα υψηλής απορρόφησης από το στόμα. Θα πρέπει να διεξαχθούν μελέτες σε ανθρώπους για την αντιμετώπιση κρίσιμων ζητημάτων που σχετίζονται με τα προαναφερθέντα αποτελέσματα”.
* Bandana Chakravarti, Janani Ravi, Ramesh K. Ganju “Cannabinoids as therapeutic agents in cancer: current status and future implications” (Τα κανναβινοειδή ως θεραπευτικοί παράγοντες στον καρκίνο: τρέχουσα κατάσταση και μελλοντικές επιπτώσεις) Oncotarget. 2014 Aug;5(15):5852–5872.
https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC4171598/
Περίληψη
“Η φαρμακολογική σημασία των κανναβινοειδών έχει μελετηθεί εδώ και αρκετά χρόνια. Στα κανναβινοειδή περιλαμβάνονται (α) οι δραστικές ενώσεις του φυτού Cannabis sativa, (β) τα ενδογενή καθώς και (γ) τα συνθετικά κανναβινοειδή. Αν και τα κανναβινοειδή χρησιμοποιούνται κλινικά για αντικαταθλιπτικά αποτελέσματα, πρόσφατες μελέτες ανοίγουν μια πολλά υποσχόμενη δυνατότητα ως αντικαρκινικοί παράγοντες. Έχει αποδειχθεί ότι διαθέτουν αντι-πολλαπλασιαστικά και αντι-αγγειογόνα αποτελέσματα in vitro καθώς και in vivo σε διαφορετικά μοντέλα καρκίνου. Τα κανναβινοειδή ρυθμίζουν τις κυτταρικές οδούς σηματοδότησης που εμπλέκονται στην κυτταρική επιβίωση, την εισβολή, την αγγειογένεση, τη μετάσταση, κλπ. Υπάρχει περισσότερη εστίαση στους CB1 και CB2, τους δύο υποδοχείς κανναβινοειδών που ενεργοποιούνται από τα περισσότερα κανναβινοειδή. Σε αυτό το άρθρο ανασκόπησης θα επικεντρωθούμε σε ένα ευρύ φάσμα κανναβινοειδών, εξαρτώμενο από τον υποδοχέα τους και τους λειτουργικούς ρόλους ανεξάρτητους από τους υποδοχείς κατά διάφορους τύπους καρκίνου σε σχέση με την ανάπτυξη, τη μετάσταση, τον ενεργειακό μεταβολισμό, το περιβάλλον του ανοσοποιητικού συστήματος, την βλαστική ικανότητα και τις μελλοντικές προοπτικές στην εξερεύνηση νέων πιθανών θεραπευτικών ευκαιριών”.
* Belinda J Cridge, Rhonda J Rosengren “Critical appraisal of the potential use of cannabinoids in cancer management” (Κριτική εκτίμηση της πιθανής χρήσης κανναβινοειδών στη διαχείριση του καρκίνου) Cancer Manag Res. 2013;5:301–313.
https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC3770515/
Περίληψη
“Τα κανναβινοειδή προσελκύουν μεγάλο ενδιαφέρον ως πιθανά αντικαρκινικά μέσα. Αρχικά προέρχονται από το φυτό Cannabis sativa, υπάρχουν τώρα διαθέσιμα διάφορα ενδο-, φυτο- και συνθετικά κανναβινοειδή. Αυτή η ανασκόπηση συνοψίζει τη βασική βιβλιογραφία μέχρι σήμερα γύρω από τις δράσεις, την αντικαρκινική δραστηριότητα και τους μηχανισμούς δράσης για αυτό το ευρύ φάσμα ενώσεων. Τα κανναβινοειδή καθορίζονται σε μεγάλο βαθμό από την ικανότητα ενεργοποίησης των υποδοχέων κανναβινοειδών, τους CB1 & CB2. Η δράση των κανναβινοειδών εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον ακριβή προσδιορισμό της πρόσδεσης, της δόσης και της διάρκεια της έκθεσης. Ορισμένα κανναβινοειδή, συνθετικά ή προερχόμενα από φυτά, δείχνουν δυναμικό ως θεραπευτικοί παράγοντες και αρχίζουν να συσσωρεύονται ενδείξεις σε μια σειρά καρκίνων και στοιχεία in vitro και in vivo. Έχουν διεξαχθεί μελέτες σε ευρύ φάσμα κυτταρικών σειρών, συμπεριλαμβανομένων του γλοιώματος, του μαστού, του προστάτη, του ενδοθηλίου, του ήπατος και του πνεύμονα. Αυτό το έργο συμπληρώνεται από ένα αυξανόμενο σύνολο στοιχείων από in vivo μοντέλα. Ωστόσο, πολλά από αυτά τα αποτελέσματα παραμένουν αντιφατικά, ένα ζήτημα που δεν είναι επί του παρόντος ικανό να επιλυθεί με την τρέχουσα γνώση των μηχανισμών δράσης. Ενώ υπάρχει μια αναπτυσσόμενη κατανόηση των πιθανών μηχανισμών δράσης, με την εξωκυτταρική σήμανση ρυθμιζόμενη οδό κινάσης που αναδύεται ως κρίσιμη σηματοδοτική σύνδεση σε συνδυασμό με σημαντικό ρόλο για σηματοδότηση κεραμιδίου και λιπιδίου, η σχετική σημασία κάθε οδού δεν έχει ακόμη προσδιοριστεί. Η αλληλεπίδραση μεταξύ των ενδοκυτταρικών μονοπατιών της αυτοφαγίας έναντι της απόπτωσης είναι μια πρόσφατη εξέλιξη που συζητείται. Συνολικά, εξακολουθούν να υπάρχουν πολλά αντικρουόμενα στοιχεία σχετικά με τη μελλοντική χρησιμότητα των κανναβινοειδών, φυσικών ή συνθετικών, ως θεραπευτικών παραγόντων”.
* Ramer R, Hinz B “Cannabinoids as Anticancer Drugs” (Κανναβινοειδή ως αντικαρκινικά φάρμακα) Adv Pharmacol. 2017;80:397-436.
https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/28826542
Περίληψη
“Το ενδοκανναβινοειδές σύστημα που συμπεριλαμβάνει κανναβινοειδείς υποδοχείς, ενδογενείς συνδέτες υποδοχέα (ενδοκανναβινοειδή), καθώς και ένζυμα που προσδίδουν τη σύνθεση και την αποικοδόμηση των ενδοκανναβινοειδών έχει αναδειχθεί ως ένας σημαντικός στόχος για φαρμακοθεραπευτικές προσεγγίσεις πολλών ασθενειών. Εκτός από τις παρηγορητικές επιδράσεις των κανναβινοειδών που χρησιμοποιούνται στη θεραπεία του καρκίνου, τα φυτοκανναβινοειδή, οι συνθετικοί αγωνιστές, καθώς και οι ουσίες που αυξάνουν τα ενδογενή επίπεδα ενδοκανναβινοειδών έχουν κερδίσει ενδιαφέρον ως δυνητικοί παράγοντες για τη συστηματική θεραπεία του καρκίνου. Συνεπώς, οι κανναβινοειδείς ενώσεις έχουν αναφερθεί ότι αναστέλλουν την ανάπτυξη του όγκου και την εξάπλωση σε πολυάριθμα μοντέλα τρωκτικών. Οι υποκείμενοι μηχανισμοί περιλαμβάνουν επαγωγή απόπτωσης, αυτοφαγίας και ανακοπής κυτταρικού κύκλου σε κύτταρα όγκου καθώς επίσης και αναστολή της εισβολής των κυττάρων του όγκου και των αγγειογενετικών χαρακτηριστικών των ενδοθηλιακών κυττάρων. Επιπροσθέτως, τα κανναβινοειδή έχουν αποδειχθεί ότι καταστέλλουν την μετάπτωση του επιθηλίου από το μεσεγχυματικό, για να ενισχύσουν την ανοσολογική επιτήρηση του όγκου και να υποστηρίξουν τα αποτελέσματα των χημειοθεραπευτικών φαρμάκων στα ανθεκτικά σε φάρμακα καρκινικά κύτταρα. Ωστόσο, οι ανεπιθύμητες παρενέργειες περιλαμβάνουν την ψυχοδραστικότητα και πιθανώς τις παθογόνες επιδράσεις στην υγεία του ήπατος. Άλλα κανναβινοειδή, όπως η μη ψυχοδραστική κανναβιδιόλη, ασκούν συγκριτικά καλό προφίλ ασφάλειας ενώ εμφανίζουν σημαντικές αντικαρκινικές ιδιότητες. Μέχρι στιγμής, η εμπειρία με τις αντι-καρκινογόνες επιδράσεις των κανναβινοειδών περιορίζεται σε in vitro μελέτες και σε ζωικά μοντέλα. Παρόλο που η μετατροπή από τον εργαστηριακό πάγκο στο κρεβάτι νοσηλείας παραμένει να καθοριστεί, οι τρέχουσες γνώσεις υποδηλώνουν ότι οι κανναβινοειδείς ενώσεις χρησιμεύουν ως ομάδα φαρμάκων που μπορούν να προσφέρουν σημαντικά πλεονεκτήματα σε ασθενείς που πάσχουν από καρκινικές παθήσεις. Η παρούσα επισκόπηση συνοψίζει τον ρόλο του ενδοκανναβινοειδούς συστήματος και των κανναβινοειδών ενώσεων στην πρόοδο του όγκου”.
* Bar-Lev Schleider L, Mechoulam R, Lederman V, Hilou M, Lencovsky O, Betzalel O, Shbiro L, Novack V “Prospective analysis of safety and efficacy of medical cannabis in large unselected population of patients with cancer” (Προοπτική ανάλυση της ασφάλειας και της αποτελεσματικότητας της ιατρικής κάνναβης σε μεγάλο μη επιλεγμένο πληθυσμό ασθενών με καρκίνο) Eur J Intern Med. 2018 Mar;49:37-43.
https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/29482741
Περίληψη
“ΙΣΤΟΡΙΚΟ: Ο καρκίνος είναι ένα σημαντικό πρόβλημα δημόσιας υγείας ως κύρια αιτία θανάτου. Η παρηγορητική θεραπεία που στοχεύει στην ανακούφιση του πόνου και της ναυτίας σε ασθενείς με προχωρημένη νόσο αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της ογκολογίας. Το 2007, το υπουργείο Υγείας του Ισραήλ άρχισε να παρέχει εγκρίσεις για την ιατρική κάνναβη για την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων του καρκίνου. Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι ο χαρακτηρισμός της επιδημιολογίας των καρκινοπαθών που λαμβάνουν ιατρική θεραπεία κάνναβης και η περιγραφή της ασφάλειας και της αποτελεσματικότητας αυτής της θεραπείας.
ΜΕΘΟΔΟΙ: Αναλύσαμε τα δεδομένα που συλλέχθηκαν συστηματικά ως μέρος του προγράμματος θεραπείας 2.970 ασθενών με καρκίνο που έλαβαν κάνναβη μεταξύ 2015 και 2017.
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Η μέση ηλικία ήταν 59,5 ± 16,3 έτη, 54,6% γυναίκες και 26,7% των ασθενών ανέφεραν προηγούμενη εμπειρία με κάνναβη. Οι κύριοι τύποι καρκίνου ήταν: του μαστού (20,7%), του πνεύμονα (13,6%), του παγκρέατος (8,1%) και του παχέος εντέρου (7,9%) με το 51.2% να είναι στο 4ο στάδιο. Τα κύρια συμπτώματα που απαιτούσαν θεραπεία ήταν: προβλήματα ύπνου (78.4%), πόνο (77,7%, μέση ένταση 8/10), αδυναμία (72,7%), ναυτία (64,6%) και έλλειψη όρεξης (48,9%). Μετά από έξι μήνες παρακολούθησης, 902 ασθενείς (24,9%) πέθαναν και 682 (18,8%) διέκοψαν τη θεραπεία. Οι υπόλοιποι 1.211 (60,6%) απάντησαν. 95,9% ανέφεραν βελτίωση της κατάστασής τους, 45 ασθενείς (3,7%) δεν ανέφεραν καμία αλλαγή και τέσσερις ασθενείς (0,3%) ανέφεραν επιδείνωση της ιατρικής τους κατάστασης.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Η κάνναβη ως παρηγορητική θεραπεία για καρκινοπαθείς φαίνεται να είναι καλά ανεκτή, αποτελεσματική και ασφαλής επιλογή για να βοηθήσει τους ασθενείς να αντιμετωπίσουν τα συμπτώματα που σχετίζονται με κακοήθεια της πάθησης”.
* Zhang J, Medina-Cleghorn D, Bernal-Mizrachi L, Bracci PM, Hubbard A, Conde L, Riby J, Nomura DK, Skibola CF “The potential relevance of the endocannabinoid, 2-arachidonoylglycerol, in diffuse large B-cell lymphoma” (Η δυνητική συνάφεια του ενδοκανναβινοειδούς, 2-αραχιδονυλογλυκερόλη, στο διάχυτο μεγάλο λέμφωμα Β-κυττάρων) Oncoscience. 2016 Jan 30;3(1):31-41.
https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/26973858
Περίληψη
“Το διάχυτο μεγάλο λέμφωμα Β-κυττάρων (diffuse large B-cell lymphoma, DLBCL) είναι μια επιθετική, γενετικά ετερογενής ασθένεια και ο συνηθέστερος τύπος λεμφώματος μη-Hodgkin μεταξύ ενηλίκων. Για να αποκτήσουμε περαιτέρω γνώσεις σχετικά με την αιτιολογία του DLBCL και για να ανακαλύψουμε πιθανούς παράγοντες που σχετίζονται με τη νόσο, πραγματοποιήσαμε μια ανάλυση λιπιδίων ορού σε ένα υποσύνολο ατόμων από μια μελέτη με βάση τον πληθυσμό βάσει NHL. Χρησιμοποιήθηκε μια μη στοχευμένη πλατφόρμα πλασματολογίας με βάση τη φασματομετρία μάζας για την ανάλυση δειγμάτων ορού από 100 ασθενείς με DLBCL και 100 υγιείς συνδυασμένους ελέγχους. Σημαντικά αυξημένα επίπεδα του ενδοκανναβινοειδούς, 2-αραχιδονυλογλυκερόλη (2-AG) ανιχνεύθηκαν στον ορό ασθενών με DLBCL (121%, Ρ <0,05). Στους άρρενες στα δείγματα ελέγχου, παρατηρήθηκαν αυξημένα επίπεδα 2-AG σε άτομα με υπέρβαρο βάρος (Δείκτης Μάζας Σώματος ΔΜΣ / BMI ≥ 25 – <30 kg/m2, 108%, P <0,01) και παχύσαρκους ( ΔΜΣ ≥ 30 kg/m2 , P <0,001) σε σύγκριση με εκείνους με ΔΜΣ <25 kg/m2. Οι κυτταρικές σειρές DLBCL που υποβλήθηκαν σε θεραπεία με εξωγενή 2-AG σε μια σειρά συγκεντρώσεων, εμφάνισαν ετερογενείς αποκρίσεις: τα ποσοστά πολλαπλασιασμού ήταν σημαντικά υψηλότερα σε 4 κυτταρικές σειρές κατά 22% -68% (P <0,001) και χαμηλότερα σε 8 κατά 20% -75% Ρ <0,001). Τα συνδυασμένα ευρήματα αυξημένων επιπέδων 2-AG σε ασθενείς με DLBCL και οι πολλαπλασιαστικές επιδράσεις του 2-AG σε ένα υποσύνολο κυτταρικών γραμμών DLBCL υποδηλώνουν ότι το 2-AG μπορεί να διαδραματίσει έναν πιθανό ρόλο στην παθογένεση ή την πρόοδο ενός υποσυνόλου των DLBCLs”.
* Wasik AM, Nygren L, Almestrand S, Zong F, Flygare J, Wennerholm SB, Saft L, Andersson P, Kimby E, Wahlin BE, Christensson B, Sander B “Perturbations of the endocannabinoid system in mantle cell lymphoma: correlations to clinical and pathological features” (Διαταραχές του ενδοκανναβινοειδούς συστήματος στο λέμφωμα των κυττάρων του μανδύα: συσχετισμοί με κλινικά και παθολογικά χαρακτηριστικά) Oncoscience. 2014 Sep 4;1(8):550-7.
https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/25594062
Περίληψη
“Οι κανναβινοειδείς υποδοχείς ρυθμίζονται προς τα πάνω σε πολλούς τύπους καρκίνων, συμπεριλαμβανομένου του λεμφώματος μανδύα (mantle cell lymphoma, MCL) και έχει προταθεί ότι αποτελούν νέους θεραπευτικούς στόχους. Το μοντέλο έκφρασης των μελών κλειδιών του ενδοκανναβινοειδούς συστήματος αναλύθηκε σε καλά χαρακτηρισμένη ομάδα ασθενών με MCL και συσχετίστηκε με βιολογικά χαρακτηριστικά. 107 καρκινικοί ιστοί αναλύθηκαν για τα επίπεδα mRNA των υποδοχέων κανναβινοειδών 1 και 2 (CNR1 και CNR2) και τα δύο κύρια ένζυμα που ρυθμίζουν τα επίπεδα ενδοκανναβινοειδούς ανανδαμίδιο στον ιστό: NAPEPLD και FAAH (που συμμετέχουν στη σύνθεση και την αποικοδόμηση, αντίστοιχα). Τα NAPEPLD, CNR1 και CNR2 υπερεκφράστηκαν ενώ η έκφραση του FAAH μειώθηκε σε MCL σε σύγκριση με μη κακοήθη Β-κύτταρα. Τόσο τα χαμηλά επίπεδα CNR1 όσο και τα υψηλά επίπεδα FAAH συσχετίστηκαν με λεμφοκύτταρα (p = 0,016 και p = 0,022 αντίστοιχα) και με λευκοκυττάρωση (p = 0,0018 και p = 0,047). Τα αδύναμα έως μέτρια επίπεδα CNR1 ήταν ένα χαρακτηριστικό του SOX11 αρνητικού MCL (p = 0,006). Τόσο τα υψηλά επίπεδα CNR2 όσο και τα υψηλά επίπεδα FAAH συσχετίζονται με την αναιμία (p = 0,0006 και p = 0,038, αντίστοιχα). Συμπερασματικά, η σχετική έκφραση των ενζύμων συνθέσεως και μεταβολισμού του ανανδαμιδίου στο MCL είναι πολύ διαταραγμένη. Αυτό το εύρημα, μαζί με την υψηλή έκφραση των υποδοχέων κανναβινοειδών, θα μπορούσε να ευνοήσει την ενισχυμένη σηματοδότηση του ανανδαμιδίου και να προτείνει ότι η στόχευση του ενδοκανναβινοειδούς συστήματος θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μέρος της θεραπείας του λεμφώματος”.
* Benz AH, Renné C, Maronde E, Koch M, Grabiec U, Kallendrusch S, Rengstl B, Newrzela S, Hartmann S, Hansmann ML, Dehghani F “Expression and functional relevance of cannabinoid receptor 1 in Hodgkin lymphoma” (Έκφραση και λειτουργική σημασία του κανναβινοειδούς υποδοχέα 1 σε λέμφωμα Hodgkin) PLoS One. 2013 Dec 9;8(12):e81675.
https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/24349109
Περίληψη
“ΙΣΤΟΡΙΚΟ: Ο κανναβινοειδής υποδοχέας 1 (CB1) εκφράζεται σε ορισμένους τύπους κακοηθειών. Δεν έχει γίνει μέχρι σήμερα ανάλυση της έκφρασης και λειτουργίας του CB1 στο λέμφωμα Hodgkin (Hodgkin lymphoma, HL), ένα από τα πιο συχνά λεμφώματα.
ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ: Εξετάσαμε τη διανομή της πρωτεΐνης CB1 σε πρωτογενείς περιπτώσεις HL. Χρησιμοποιώντας κυτταρικές γραμμές που προέρχονται από λέμφωμα, διερευνήθηκε ο ρόλος της σηματοδότησης CB1 στην κυτταρική επιβίωση.
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Μια κυρίαρχη έκφραση του CB1 βρέθηκε στα κύτταρα Hodgkin-Reed-Sternberg σε μια συντριπτική πλειονότητα κλασικών περιπτώσεων HL. Οι κυτταρικές γραμμές HL L428, L540 και ΚΜ-Η2 έδειξαν ισχυρή CB1-αφθονία και εμφάνισαν μια εξαρτώμενη από τη δόση μείωση της βιωσιμότητας υπό αναστολή CB1 με ΑΜ251. Περαιτέρω, η εφαρμογή του AM251 οδήγησε σε μείωση του ιδιοσυστατικά δραστικού NFκΒ/p65, ενός κρίσιμου παράγοντα επιβίωσης των HRS κυττάρων, και ακολούθησε αύξηση των αποπτωτικών δεικτών σε HL κύτταρα.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Η παρούσα μελέτη προσδιορίζει τον CB1 ως ένα χαρακτηριστικό του HL, το οποίο μπορεί να χρησιμεύσει ως ένας πιθανός επιλεκτικός στόχος στη θεραπεία του Hodgkin λεμφώματος”.
* Kristin Gustafsson, Birgitta Sander, Jacek Bielawski, Yusuf A. Hannun, Jenny Flygare “Potentiation of cannabinoid-induced cytotoxicity in Mantle Cell Lymphoma through modulation of ceramide metabolism” (Ενίσχυση της κυτταροτοξικότητας που προκαλείται από κανναβινοειδές σε λέμφωμα μανδύα, μέσω της διαμόρφωσης του μεταβολισμού του κεραμιδίου) Mol Cancer Res. 2009 Jul; 7(7): 1086–1098.
https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC3077284/
Περίληψη
“Τα επίπεδα του κεραμιδίου είναι αυξημένα σε κύτταρα λεμφώματος μανδύα μετά από θεραπεία με κανναβινοειδή. Εδώ, ερευνήσαμε τις οδούς συσσώρευσης κεραμιδίου στην κυτταρική γραμμή MCL Rec-1 χρησιμοποιώντας το σταθερό ενδοκαναβανοειδές ανάλογο R(+)-μεθανοανδαμίδιο (R-MA). Επηρεάσαμε περαιτέρω τη μετατροπή του κεραμιδίου σε σφιγγολιπίδια που προάγουν την κυτταρική ανάπτυξη. Η θεραπεία με R-ΜΑ οδήγησε σε αυξημένα επίπεδα ειδών C16, C18, C24 και C24:1 και στην επαγωγή μεταγραφής των συνθετάσεων κεραμιδίου (CerSs) 3 και 6.
…
η συνέχεια του άρθρου στο:
Κάνναβη και Λέμφωμα.pdf
https://www.facebook.com/download/preview/909184692623676