• Post category:Uncategorized
  • Reading time:10 mins read
  • Post comments:0 Σχόλια
  • Post last modified:17 Μαΐου 2023

Η φαρμακευτική αξία της Κανναβιχρωμένης (Cannabichromene)  (CBC)
(Αναδημοσίευση με μετάφραση από: Medical Marijuana Inc., “MEDICINAL VALUE OF CANNABICHROMENE (CBC)” https://www.medicalmarijuanainc.com/medicinal-value-of-can…/ , Eve Ripley, October 29, 2015)

Η κανναβιχρωμένη (αλλιώς και κανναβιχρωμίνη) (Cannabichromene) ή CBC, είναι ένα από τα σημαντικότερα κανναβινοειδή που βρίσκονται στην κάνναβη. Μελέτες έδειξαν ότι παρέχει με ασφάλεια και αποτελεσματικότητα ποικίλα θεραπευτικά οφέλη, συμπεριλαμβανομένης της βελτίωσης στον πόνο, της μείωσης της φλεγμονής, της ανακούφισης της κατάθλιψης και του άγχους και της αναστολής της ανάπτυξης των μυκήτων.

Επισκόπηση της CBC
Η CBC είναι ένα κανναβινοειδές που συχνά το παραβλέπουμε στην κάνναβη. Παρά το γεγονός ότι είναι άφθονο σε ορισμένες ποικιλίες κάνναβης[*], είναι το λιγότερο μελετημένο από όλα τα άλλα κύρια κανναβινοειδή (Δ9-τετραϋδροκανναβινόλη, THC, κανναβιδιόλη, CBD και κανναβιγερόλη, CBG).
[*] σημείωση από την μετάφραση: έψαξα αλλά δεν βρήκα ποικιλίες που να έχουν στην ανάλυσή τους σημαντική ποσότητα CBC εκτός από την ποικιλία Bediol σε μια μελέτη ατμοποίησης: “Study report, The Volcano® Medic cannabis vaporizer: Optimal temperature for single-dose administration of 100mg cannabis or 10mg Dronabinol, LabAssistent Phytochemical Services”, σελ. 12, “APPENDIX 3” https://www.vapormed.com/…/Optimal_temperature_for_single-d…

Ευρήματα: Επιδράσεις της κάνναβης από τις ιδιότητες της CBC
Ενώ η CBC δεν έχει επιδείξει πρωτοποριακά θεραπευτικά οφέλη όπως η THC ή η CBD, η έρευνα δείχνει ότι έχει αναλγητικά, αντικαταθλιπτικά, αντιμικροβιακά, αντιφλεγμονώδη, αντι-νεοπλασματικά, αντι-άγχους αποτελέσματα και διεγερτικές επιδράσεις σε οστά και εγκεφαλικά κύτταρα και μπορεί να συνδράμει στην θεραπεία ποικίλων συνθηκών.

Παυσίπονο
Η CBC έχει αποδειχθεί ότι είναι ένας αναλγητικός παράγοντας, καθώς όταν συνδυάζεται με την CBD, απέδειξε αποτελεσματικότητα στη μείωση της ευαισθησίας στον πόνο[1] (Maione et al., 2011)[2].
[1] “Pain – medical marijuana research overview” (Πόνος – Παρουσίαση της έρευνας για την ιατρική χρήση της κάνναβης) https://www.medicalmarijuanainc.com/pain-medical-marijuana…/
[2] Sabatino Maione, Fabiana Piscitelli, Luisa Gatta, Daniela Vita, Luciano De Petrocellis, Enza Palazzo, Vito de Novellis, Vincenzo Di Marzo “Non-psychoactive cannabinoids modulate the descending pathway of antinociception in anaesthetized rats through several mechanisms of action” (Τα μη ψυχοδραστικά κανναβινοειδή διαμορφώνουν την προς τα κάτω ρυθμισζόμενη διαδρομή της αντιαλγαισθησίας στους αναισθητοποιημένους αρουραίους μέσω διάφορων μηχανισμών δράσης) Br J Pharmacol. 2011 Feb;162(3):584–596.
https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC3041249/
Περίληψη
“ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΚΑΙ ΣΚΟΠΟΣ: Δύο μη ψυχοδραστικά κανναβινοειδή, η κανναβιδιόλη (CBD) και η κανναβιχρωμένη (CBC), είναι γνωστό ότι ρυθμίζουν in vitro τη δραστηριότητα των πρωτεϊνών που εμπλέκονται σε μηχανισμούς αλγαισθησίας, συμπεριλαμβανομένων των διαύλων του μεταβατικού δυναμικού του υποδοχέα (transient receptor potential, TRP) βανιλλοειδούς τύπου 1 (vanilloid type-1, TRPV1) και ανκυρίνης τύπου 1 (ankyrin type-1, TRPA1), του εξισορροπητικού μεταφορέα νουκλεοσιδίου (equilibrative nucleoside transporter) και των πρωτεϊνών που διευκολύνουν την απενεργοποίηση ενδοκανναβινοειδών. Εδώ έχουμε δοκιμάσει αυτά τα δύο κανναβινοειδή στη δραστηριότητα της προς τα κάτω ρύθμισης της διαδρομής της αντίληψης της αντιαλγαισθησίας.
ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ: Η ηλεκτρική δραστηριότητα των νευρώνων ON και OFF του κεντρικού νευροδιαβιβαστικού μυελού σε αναισθητοποιημένους αρουραίους καταγράφηκε εξωκυτταρικά και μετρήθηκαν οι λανθάνουσες στιγμές της ώθησης σε θερμικά ερεθίσματα. Η CBD ή η CBC μαζί με διάφορους ανταγωνιστές εγχύθηκαν στο ventrolateral periaqueductal grey.
ΒΑΣΙΚΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Η κανναβιδιόλη και η CBC μείωσαν σε εξάρτηση με την δόση τη συνεχιζόμενη δραστηριότητα των νευρώνων ON και OFF σε αναισθητοποιημένους αρουραίους, ενώ ταυτόχρονα προκάλεσαν αντανακλαστικές αντιδράσεις στην δοκιμή tail flick-test. Αυτές οι επιδράσεις ήταν μέγιστες με 3nmol CBD και 6nmol CBC και ανταγωνίστηκαν από επιλεκτικούς ανταγωνιστές κανναβινοειδών CB1 αδενοσίνης Α1 και TRPA1 αλλά όχι υποδοχέων TRPV1. Τόσο η CBC όσο και η CBD εμφάνισαν επίσης σημαντικά αυξημένα επίπεδα ενδοκανναβινοειδών στο ventrolateral periaqueductal grey. Ένας συγκεκριμένος αγωνιστής στα κανάλια TRPA1 και ένας συνθετικός αναστολέας της ενδοκανναβινοειδούς κυτταρικής επαναπρόσληψης άσκησαν αποτελέσματα παρόμοια με εκείνα της CBC και της CBD.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ: Η CBD και η CBC διεγείρουν τις προς τα κάτω ρυθμιζόμενες διαδρομές αναισθητοποίησης και προκάλεσαν αναλγησία αλληλεπιδρώντας με διάφορες πρωτεΐνες στόχους που εμπλέκονται σε έλεγχο αλγαισθησίας. Αυτές οι ενώσεις μπορεί να αντιπροσωπεύουν χρήσιμους θεραπευτικούς παράγοντες με πολλαπλούς μηχανισμούς δράσης”.

Ανακουφίζει τα συμπτώματα της κατάθλιψης
Η CBC έχει αποδειχθεί ότι παρέχει σημαντικές αντικαταθλιπτικές δράσεις όταν χορηγείται μόνη της, καθώς και όταν συνδυάζεται με THC (El-Alfy et al., 2010)[3]. Επιπλέον, η CBC έχει δείξει ότι ενθαρρύνει τη δημιουργία νέων εγκεφαλικών κυττάρων (νευρώνες) (η λεγόμενη, εγκεφαλική και νευρωνική πλαστικότητα, νευρογένεση), βοηθώντας παράλληλα στο αποτραπεί η πτώση της ανάπτυξης αυτών των κυττάρων, η οποία πιστεύεται ότι συμβάλλει σε διαταραχές όπως η κατάθλιψη[4] (Shinjyo & Di Marzo, 2013)[5].
[3] Abir T. El-Alfy, Kelly Ivey, Keisha Robinson, Safwat Ahmed, Mohamed Radwan, Desmond Slade, Ikhlas Khan, Mahmoud ElSohly, Samir Ross “Antidepressant-like effect of Δ9-tetrahydrocannabinol and other cannabinoids isolated from Cannabis sativa L” (Αντικαταθλιπτικού είδους επιδράσεις από την Δ9-τετραϋδροκανναβινόλη και άλλων κανναβινοειδών που απομονώθηκαν από το Cannabis sativa L) Pharmacol Biochem Behav. 2010 Jun;95(4):434–442.
https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC2866040/
Περίληψη
“Η αντικαταθλιπτική δράση της κάνναβης καθώς και η αλληλεπίδραση μεταξύ των αντικαταθλιπτικών και του ενδοκανναβινοειδούς συστήματος έχει αναφερθεί. Η μελέτη αυτή διεξήχθη για να εκτιμηθεί η δράση αντικαταθλιπτικού τύπου της Δ9-THC και των άλλων κανναβινοειδών. Τα κανναβινοειδή αξιολογήθηκαν αρχικά στην δοκιμασία tetrad assay ποντικού για τον προσδιορισμό δόσεων που δεν προκαλούν υποθερμία ή καταληψία. Η δοκιμή automated mouse forced swim (FST) και η δοκιμή tail suspension (TST) χρησιμοποιήθηκαν για τον προσδιορισμό της αντικαταθλιπτικής δράσης. Σε δόσεις που δεν έχουν υποθερμικές και καταληπτικές επιδράσεις (1,25, 2,5 και 5mg/kg, ip), τόσο η Δ9-THC όσο και η Δ8-THC εμφάνισαν μια δοσολογική απόκριση σχήματος U με μόνο την Δ9-THC να έχει δείξει σημαντικά αποτελέσματα παρόμοια με τα αντικαταθλιπτικά στα 2,5mg/kg (p <0,05) στο FST. Τα κανναβινοειδή κανναβιγερόλη (CBG) και κανναβινόλη (CBN) δεν παρήγαγαν δράση παρόμοια με τα αντικαταθλιπτικά μέχρι τα 80mg/kg στο FST ποντικού, ενώ η κανναβιχρωμένη (CBC) και η κανναβιδιόλη (CBD) παρουσίασαν σημαντική δράση στα 20 και 200mg/αντιστοίχως (p <0,01). Η δράση της Δ9-THC και της CBC ως προς την αντικαταθληπτικότητα επιβεβαιώθηκε περαιτέρω στο TST. Η Δ9-THC εμφάνισε την ίδια δοσολογική απόκριση σχήματος U με σημαντική δράση παρόμοια με τα αντικαταθλιπτικά στα 2,5mg/kg (p <0,05) ενώ η CBC είχε σαν αποτέλεσμα μια σημαντική εξαρτώμενη από τη δόση μείωση της ακινησίας σε δόσεις 40 και 80mg/kg (p <0,01). Τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης δείχνουν ότι οι Δ9-THC και άλλα κανναβινοειδή ασκούν ενέργειες παρόμοια με τα αντικαταθλιπτικά και έτσι μπορούν να συμβάλουν στις συνολικές ιδιότητες ανύψωσης της διάθεσης από την κάνναβη”.
[4] “Depression – medical marijuana research overview” (Κατάθλιψη – Παρουσίαση της έρευνας για την ιατρική χρήση της κάνναβης) https://www.medicalmarijuanainc.com/depression-medical-mar…/
[5] Shinjyo N, Di Marzo V “The effect of cannabichromene on adult neural stem/progenitor cells” (Η επίδραση της κανναβιχρωμένης σε ενήλικα νευρικά βλαστοκύτταρα/ προγονικά κύτταρα) Neurochem Int. 2013 Nov;63(5):432-7.
https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/23941747
Περίληψη
“Πέραν της ψυχοτρόπου ένωσης Δ(9)-τετραϋδροκανναβινόλη (THC), στοιχεία δείχνουν ότι άλλα μη ψυχοτρόπα φυτοκανναβινοειδή είναι επίσης πιθανής κλινικής χρήσης. Αυτή η μελέτη στοχεύει στην αποσαφήνιση της επίδρασης των σημαντικότερων μη-THC φυτοκανναβινοειδών στην τύχη των ενήλικων νευρικών βλαστοκυττάρων / προγονικών κυττάρων (neural stem progenitor cells, NSPCs), τα οποία αποτελούν βασικό συστατικό της εγκεφαλικής λειτουργίας τόσο στην υγεία όσο και στην παθολογία. Ελέγξαμε τρεις ενώσεις: την κανναβιδιόλη, την κανναβιγερόλη και κανναβιχρωμένη (CBC) και διαπιστώσαμε ότι η CBC έχει θετική επίδραση στη βιωσιμότητα των NSPCs ποντικού κατά τη διάρκεια της διαφοροποίησης in vitro. Η έκφραση των NSPCs και των δεικτών αστροκυττάρων nestin και Glial fibrillary acid protein (GFAP), αντιστοίχως, ήταν ρυθμισμένη προς τα πάνω και προς τα κάτω, αντίστοιχα. Η CBC διεγείρει τη φωσφορυλίωση ERK1/2. Ωστόσο, αυτό το αποτέλεσμα είχε μια πιο αργή έναρξη σε σύγκριση με την τυπική διέγερση MAPK. Ένας αναστολέας ΜΕΚ, το U0126, ανταγωνίστηκε την προς τα πάνω ρύθμιση του nestin αλλά όχι την προς τα κάτω ρύθμιση του GFAP. Με βάση μια προηγούμενη αναφορά, μελετήσαμε την πιθανή συμμετοχή του υποδοχέα αδενοσίνης Α1 στην επίδραση της CBC σε αυτά τα κύτταρα και βρήκαμε ότι ο εκλεκτικός ανταγωνιστής υποδοχέα αδενοσίνης Α1, το DPCPX, εξουδετέρωσε τόσο την φωσφορυλίωση ERK1/2 όσο και την προς τα πάνω ρύθμιση της κεστίνης από την CBC, υποδεικνύοντας ότι επίσης και η αδενοσίνη εμπλέκεται σε αυτές τις επιδράσεις της CBC, αλλά πιθανώς όχι στην ανασταλτική δράση της CBC στην έκφραση GFAP. Στη συνέχεια, μετρήσαμε τα επίπεδα ΑΤΡ ως δείκτη ισορροπίας της αδενοσίνης και βρήκαμε υψηλότερα επίπεδα ΑΤΡ κατά τη διάρκεια της διαφοροποίησης των NSPCs παρουσία της CBC. Συνολικά, τα αποτελέσματα υποδεικνύουν ότι η CBC αυξάνει τη βιωσιμότητα των NSPCs ενώ αναστέλλει τη διαφοροποίησή τους σε αστρογλοία, πιθανώς μέσω της αυξημένης ρύθμισης της σήμανσης ΑΤΡ και αδενοσίνης”.

Αναστέλλει την ανάπτυξη μυκήτων
Η CBC έχει επιδείξει “ισχυρά” αντιβακτηριακά και αντιμυκητιακά αποτελέσματα, δείχνοντας ότι μπορεί να καταπολεμήσει τα βακτηρίδια όπως το Ε. Coli και τον σταφυλόκοκκο (Turner & Elsohly, 1981)[6].
[6] Turner CE, Elsohly MA “Biological activity of cannabichromene, its homologs and isomers” (Βιολογική δραστικότητα της κανναβιχρωμένης, των ομόλογών της και των ισομερών της) J Clin Pharmacol. 1981 Aug-Sep;21(S1):283S-291S.
https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/7298870
Περίληψη
“Η κανναβιχρωμένη (CBC) είναι ένα από τα τέσσερα κύρια κανναβινοειδή στο φυτό Cannabis sativa L. και είναι το δεύτερο πιο άφθονο κανναβινοειδές στις ψυχοδραστικών επιδράσεων ποικιλίες της κάνναβης. Η κανναβιχρωμένη και μερικά από τα ομόλογα, ανάλογα και ισομερή της αξιολογήθηκαν για αντιφλεγμονώδη, αντιβακτηριακή και αντιμυκητιακή δραστηριότητα. Η αντιφλεγμονώδης δραστικότητα αξιολογήθηκε με το προκαλούμενο από καρραγενάνη οίδημα πέλματος αρουραίου και με την μέθοδο σταθεροποίησης μεμβράνης ερυθροκυττάρων. Και στις δύο δοκιμές, η CBC ήταν ανώτερη από την φαινυλοβουταζόνη. Η αντιβακτηριακή δραστικότητα της CBC και των ισομερών και των ομολόγων της αξιολογήθηκε χρησιμοποιώντας βακτηρίδια gram-θετικά, gram-αρνητικά και acid-fast. Η αντιμυκητιασική δραστικότητα αξιολογήθηκε χρησιμοποιώντας μύκητες και νηματοειδείς μύκητες και δερματόφυτο. Η αντιβακτηριακή δραστικότητα ήταν ισχυρή και η αντιμυκητιασική δραστηριότητα ήταν ήπια έως μέτρια”.

Ανακουφίζει το άγχος
Η CBC μπορεί να μειώσει τα επίπεδα άγχους[7] και στρες. Τα κανναβινοειδή, όπως η CBC, αλληλεπιδρούν με τους υποδοχείς CB1 του ενδοκανναβινοειδούς[8] συστήματος, που με τη σειρά τους διεγείρουν την απελευθέρωση φυσικών χημικών ουσιών που μειώνουν τη διέγερση των εγκεφαλικών κυττάρων (Ramikie et al, 2014)[9].
[7] “Anxiety disorder – medical marijuana research overview” (Διαταραχή άγχους – Παρουσίαση της έρευνας για την ιατρική χρήση της κάνναβης) https://www.medicalmarijuanainc.com/anxiety-disorder/
[8] “The endocannabinoid system – An overview” (Το ενδοκανναβινοειδές σύστημα – Μια επισκόπηση) https://www.medicalmarijuanainc.com/endocannabinoid-system/
[9] Teniel S. Ramikie, Rita Nyilas, Rebecca J. Bluett, Joyonna C. Gamble-George, Nolan D. Hartley, Ken Mackie, Masahiko Watanabe, István Katona, Sachin Patel “Multiple Mechanistically Distinct Modes of Endocannabinoid Mobilization at Central Amygdala Glutamatergic Synapses” (Πολλαπλοί μηχανιστικώς διακριτοί τρόποι ενδοκανναβινοειδούς κινητοποίησης σε κεντρικές γλουταμινεργικές συνάψεις αμυγδαλής) Neuron. 2014 Mar 5;81(5):1111–1125.
https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC3955008/
Περίληψη
“Η κεντρική αμυγδαλή (central amygdala, CeA) είναι μια βασική δομή στην διασύνδεση του limbic-motor που ρυθμίζει τις αντιδράσεις στρες και τη συναισθηματική μάθηση. Η σηματοδότηση ενδοκανναβινοειδούς (eCB) εμπλέκεται σε μεγάλο βαθμό στη ρύθμιση της φυσιολογίας απόκρισης και των συναισθηματικών μαθησιακών διαδικασιών. Ωστόσο, ο ρόλος των eCBs στη διαμόρφωση της συναπτικής αποτελεσματικότητας στην CeA δεν είναι καλά κατανοητός. Εδώ περιγράφουμε τον υποκυτταρικό εντοπισμό υποδοχέων κανναβινοειδών CB1 και συνθετικού μηχανισμού eCB σε γλουταμινεργικές συνάψεις στην CeA και διαπιστώνουμε ότι οι νευρώνες CeA εμφανίζουν πολλαπλούς μηχανιστικούς και χρονικά διακριτούς τρόπους μετακίνησης του μετασυναπτικού ECB. Αυτά τα δεδομένα αναγνωρίζουν έναν εξέχοντα ρόλο για τις eCBs στη διαμόρφωση της διεγερτικής ώθησης στους νευρώνες της CeA και παρέχουν πληροφορίες για τους μηχανισμούς με τους οποίους η σηματοδότηση από eCB και εξωγενή κανναβινοειδή θα μπορούσαν να ρυθμίσουν τις αντιδράσεις στρες και τη συναισθηματική μάθηση”.

Μειώνει την φλεγμονή
Η CBC έχει αποδειχθεί ως αποτελεσματικός αντιφλεγμονώδης παράγοντας, υποδηλώνοντας ότι θα μπορούσε να βοηθήσει με φλεγμονώδεις καταστάσεις όπως η αρθρίτιδα[10] ή η καρδιαγγειακή νόσο[11] (Wirth et al., 1980)[12] (DeLong, Wolf, Poklis & Lichtman, 2010)[13]. Σε ποντίκια, φαίνεται ότι μειώνει τη φλεγμονή του γαστρεντερικού συστήματος, υποδηλώνοντας ότι μπορεί να βοηθήσει στη θεραπεία της νόσου του Crohn[14] ή άλλων φλεγμονωδών νόσων του εντέρου[15] (Izzo et al., 2012)[16]. Έχει δείξει ότι μειώνει τη φλεγμονή[17], αλλά χωρίς να αλληλεπιδρά με τους υποδοχείς των κανναβινοειδών, υποδηλώνοντας ότι ο συνδυασμός της CBC με άλλα κανναβινοειδή που μειώνουν τη φλεγμονή μέσω της ενεργοποίησης των υποδοχέων κανναβινοειδών θα μπορούσε να παράγει ακόμη μεγαλύτερες αντιφλεγμονώδεις επιδράσεις (Izzo et al., 2012)[18].
[10] “Arthritis” (Αρθρίτιδα) https://www.medicalmarijuanainc.com/arthritis/
[11] “Cardiovascular disease” (Καρδιαγγειακή νόσος) https://www.medicalmarijuanainc.com/cardiovascular-disease/
[12] Wirth PW, Watson ES, ElSohly M, Turner CE, Murphy JC “Anti-inflammatory properties of cannabichromene” (Αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες της κανναβιχρωμένης) Life Sci. 1980 Jun 9;26(23):1991-5.
https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/7401911
Περίληψη
“Δεν ήταν γνωστό αν η κανναβιχρωμένη (CBC), η οποία αποτελεί μείζον συστατικό των φυτών της κάνναβης με ψυχοδραστικές επιδράσεις, έχει αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες όπως και άλλα κανναβινοειδή. Η CBC δοκιμάστηκε in vivo χρησιμοποιώντας τη δοκιμασία rat paw edema test και in vitro χρησιμοποιώντας τον προσδιορισμό σταθεροποίησης μεμβράνης ερυθροκυττάρων. Η CBC ήταν εξίσου αποτελεσματική με την φαινυλοβουταζόνη (PBZ) σε ισοδύναμες δόσεις. Επειδή η CBC είναι λιγότερο τοξική από την PBZ, μπορούν να δοθούν μεγαλύτερες δόσεις για να παράγουν μεγαλύτερη θεραπευτική δράση.
Η κανναβιχρωμένη (CBC) απομονώθηκε για πρώτη φορά από το φυτό Cannabis sativa L. και η δομή της προσδιορίστηκε από τους Gaoni & Mechoulam το 1966. Για μεγάλο χρονικό διάστημα η CBC αναγνωρίστηκε εσφαλμένα ως κανναβιδιόλη (CBD) στα περισσότερα ακατέργαστα παρασκευάσματα από την κάνναβη, δεδομένου ότι η CBC και η CBD έχουν τον ίδιο σχετικό χρόνο κατακράτησης στις περισσότερες υγρές φάσεις που χρησιμοποιούνται στην ανάλυση αερίου χρωματογραφίας. Μια αναλυτική διαδικασία για τον διαχωρισμό της CBC και της CBD αναφέρθηκε το 1973 και είναι πλέον γνωστό ότι η CBC είναι πιο άφθονη από την CBD στις πιο ισχυρές παραλλαγές ποικιλιών κάνναβης με ψυχοδραστικέ ιδιότητες. Μικρή φαρμακολογική έρευνα έχει γίνει χρησιμοποιώντας την CBC.
Τα παρασκευάσματα κάνναβης έχουν χρησιμοποιηθεί ιστορικά για την ανακούφιση του πόνου τόσο στις φλεγμονώδεις όσο και στις μη φλεγμονώδεις καταστάσεις. Οι έρευνες έδειξαν ότι η Δ9-THC έχει αντιφλεγμονώδη αποτελέσματα, αν και ορισμένες δοκιμές απέτυχαν να το επιδείξουν. Οι αντιφλεγμονώδεις επιδράσεις της CBD, της κανναβινόλης (CBN) και του ακατέργαστου εκχυλίσματος κάνναβης έχουν επίσης δοκιμαστεί και όλα έχει δειχθεί ότι έχουν αντιφλεγμονώδη δράση. Η πιο ισχυρή αντιφλεγμονώδης δράση μεταξύ των κανναβινοειδών παράγεται από την Δ9-THC ακολουθούμενη, κατά φθίνουσα σειρά, από την CBD, την CBN και την ακατέργαστη κάνναβη.
Πρόσφατα αναπτύχθηκε μια νέα σύνθεση CBC σε αυτό το εργαστήριο. Αυτή η βελτιωμένη σύνθεση επέτρεψε την παραγωγή επαρκών ποσοτήτων καθαρής CBC για διεξαγωγή αντιφλεγμονώδους δοκιμής. Η CBC εξετάστηκε in vivo και in vitro για να προσδιοριστεί εάν η CBC συμμερίζεται τις αντιφλεγμονώδεις επιδράσεις των άλλων κανναβινοειδών.
ΜΕΘΟΔΟΙ ΚΑΙ ΥΛΙΚΑ: Η CBC δοκιμάστηκε εναντίον της φαινυλοβουταζόνης και ενός ελέγχου οχήματος χρησιμοποιώντας την μέθοδο rat paw edema προκαλούμενου από καραγενάνη. Ομάδες από 8 Sprague-Dawley αρουραίους χρησίμευσαν ως υποκείμενα. Χρησιμοποιήθηκαν ομάδες 4 αρσενικών και 4 θηλυκών αρουραίων όταν τα ζώα δοκιμάστηκαν μετά από ενδοπεριτοναϊκές (i.p.) ενέσεις. Καθώς δεν υπήρχαν διαφορές που να σχετίζονται με το φύλο στις i.p. δοκιμασίες, χρησιμοποιήθηκαν μόνο αρσενικοί αρουραίοι για τις μετέπειτα δοκιμές χρησιμοποιώντας τη στοματική οδό. Όλα τα πειραματόζωα και οι μάρτυρες έλαβαν 750mg/kg i.p. έγχυση αιθυλουρεθάνης μία ώρα πριν από τη δοκιμή για να καταστούν ανιχνεύσιμοι. Η έγχυση ουρεθάνης δεν επηρέασε τις βαθμολογίες είτε των PBZ είτε των ομάδων ελέγχου του οχήματος. Τριάντα λεπτά αργότερα το αριστερό οπίσθιο πόδι βυθίστηκε σε υδράργυρο μέχρι μια γραμμή που σημειώθηκε στον αστράγαλο και μετρήθηκε ο όγκος του μετατοπισμένου υδραργύρου. Η πελματοειδής επιφάνεια εγχύθηκε με 0,1 ml ενός διαλύματος 0,5% καραγενάνης σε φυσιολογικό ορό. Τρεις ώρες μετά την έγχυση μετρήθηκε και πάλι ο όγκος του ποδιού.
Η δοκιμασία σταθεροποίησης της μεμβράνης ερυθροκυττάρων χρησιμοποιήθηκε για τον προσδιορισμό της δραστικότητας της CBC ως σταθεροποιητή μεμβράνης και για τη σύγκριση της δραστηριότητάς της με αυτή της PBZ και του ακετυλοσαλικυκλικού οξέος (ASA). Η δοκιμή ακολούθησε το δημοσιευμένο πρωτόκολλο. Εν συντομία, το ηπαρινοποιημένο αίμα από mongrel dogs πλύθηκε δύο φορές με ίσο όγκο φυσιολογικού ορού και κατόπιν ανασυστάθηκε ως εναιώρημα 40% v/v με ψυχρό (0-5 °C) ρυθμιστικό διάλυμα φωσφορικού νατρίου Μ/15, pΗ 7,4. Όλοι οι παράγοντες εξέτασης εκτός από CBC διαλύθηκαν σε φυσιολογικό ορό. Η CBC παρασκευάστηκε ως εναιώρημα σε 2% αιθανόλη σε φυσιολογικό ορό. Το pΗ όλων των διαλυμάτων ρυθμίστηκε στο 7,4. Διπλασιασμένοι σωλήνες που περιείχαν 1,5 ml από κάθε διάλυμα ή όχημα φαρμάκου και 1,5 ml εναιωρήματος ερυθροκυττάρων παρασκευάστηκαν. Το περιεχόμενο αναμίχθηκε με αναστροφή. Ένα από κάθε ζεύγος σωλήνων επωάστηκε στους 53 °C και το άλλο στους 0-5 °C για 20 λεπτά. Οι σωλήνες στη συνέχεια φυγοκεντρήθηκαν στις 2000 RPM για 15 λεπτά, τμήματα των υπερκείμενων αναρροφήθηκαν και η απορρόφηση των υπερκείμενων αναγιγνώσθηκε στα 540nm. Όλες οι δοκιμές διεξήχθησαν εις πολλαπλούν και αναφέρθηκε ο μέσος όρος των τριών διαδρομών.
Τα δεδομένα από τις δύο δοκιμασίες αναλύθηκαν με τον ακόλουθο τρόπο. Για τα δεδομένα στο rat paw edema, υπολογίστηκε η διαφορά μεταξύ όγκου πέλματος προ-ένεσης και μετά την ένεση για κάθε αρουραίο και η επί τοις εκατό αναστολή υπολογίστηκε ως ο μέσος όρος των διαφορών της ομάδας δοκιμής διαιρούμενος με το μέσο όρο των διαφορών των ομάδων ελέγχου δια 100. Η αξιοπιστία των δεδομένων rat paw edema αξιολογήθηκε χρησιμοποιώντας μια μονόδρομη ανάλυση της διακύμανσης στις διαφορές, ακολουθούμενη από τον έλεγχο Duncan’s New Multiple Range Test για να αξιολογήσει τις διαφορές μεταξύ μεμονωμένων ομάδων. Για τον προσδιορισμό σταθεροποίησης της μεμβράνης ερυθροκυττάρων υπολογίστηκε η διαφορά στην απορρόφηση μεταξύ θερμασμένων και μη θερμανθέντων σωλήνων. Η εκατοστιαία αναστολή στη συνέχεια υποβλήθηκε σε βαθμονόμηση στους 100 μείον τη διαφορά δοκιμής διαιρούμενη με τους χρόνους διαφοράς ελέγχου 100.
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Τα αποτελέσματα τριών δοκιμών rat paw edema δίδονται στον Πίνακα Ι. Οι τρεις δοκιμές διεξήχθησαν σε τρεις διαφορετικές ημέρες με ξεχωριστούς ελέγχους οχήματος, τα δεδομένα για κάθε ημέρα αξιολογούνται έναντι της ομάδας ελέγχου του οχήματος που εκτελείται εκείνη την ημέρα. Η CBC παρήγαγε σημαντική δόση σχετιζόμενων με το οίδημα επιδράσεων με τις ισχυρότερες επιδράσεις που παρατηρήθηκαν μετά από i.p. ένεση και τις ελάχιστες επιδράσεις που παρατηρήθηκαν μετά από χορήγηση από το στόμα σε αρουραίους που δεν είχαν υποβληθεί σε νηστεία.
Τα αρχικά αποτελέσματα των δοκιμών σταθεροποίησης της μεμβράνης ερυθροκυττάρων δίδονται στον Πίνακα 2. Η CBC δοκιμάστηκε σε ένα εύρος συγκεντρώσεων 2 Χ 10-6Μ έως 5 Χ 10-5Μ και παρήγαγε αναστολή που σχετίζεται με τη δόση της προκαλούμενης από θερμότητα αιμόλυσης στις εξεταζόμενες συγκεντρώσεις. Όλες οι ενώσεις αναφοράς ήταν επίσης αποτελεσματικές. Μια δοκιμασία δόσης-απόκρισης της CBC διεξήχθη επίσης για CBC με τη σταθεροποίηση της μεμβράνης ερυθροκυττάρων και τα αποτελέσματα δίνονται στον Πίνακα 3. Μια γραμμή καλύτερης προσαρμογής υπολογίστηκε στο ημερολόγιο των δόσεων χρησιμοποιώντας τη μέθοδο των ελαχίστων τετραγώνων. Ο συντελεστής συσχέτισης ήταν 0,95 που έδειξε μια ισχυρή, στατιστικά αξιόπιστη σχέση μεταξύ δόσης και ποσοστού αναστολής (p <0,01). Η μέση αποτελεσματική δόση που προέκυψε από τη γραμμή ήταν 7,37 Χ 10-6Μ”.
[13] Gerald T. DeLong, Carl E. Wolf, Alphonse Poklis, Aron H. Lichtman “Pharmacological Evaluation of the Natural Constituent of Cannabis Sativa, Cannabichromene and its Modulation by Δ9-Tetrahydrocannabinol” (Φαρμακολογική αξιολόγηση του φυσικού συστατικού του Cannabis Sativa, η κανναβιχρωμένη και της διαμόρφωσής της από την Δ9-τετραϋδροκανναβινόλη) Drug Alcohol Depend. 2010 Nov 1;112(1-2):126–133.
https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC2967639/
Περίληψη
“Σε αντίθεση με τις πολυάριθμες αναφορές σχετικά με τις φαρμακολογικές επιδράσεις της Δ9-τετραϋδροκανναβινόλης (THC), η φαρμακολογική δράση ενός άλλου συστατικού του Cannabis sativa, της κανναβιχρωμένης (CBC) παραμένει συγκριτικά άγνωστη. Στην παρούσα μελέτη, ερευνήσαμε κατά πόσο η CBC προκαλεί δραστικότητα κανναβινοειδών στην τετράδα δοκιμασίας, η οποία αποτελείται από τις ακόλουθες τέσσερις παραμέτρους: υποκινητικότητα, καταπόνηση, καταληψία και υποθερμία. Επειδή τα κανναβινοειδή είναι καλά τεκμηριωμένα στο ότι έχουν αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες, εξετάσαμε την CBC, την THC και τον συνδυασμό αμφοτέρων των φυτοκανναβινοειδών στην ανάλυση λιποπολυσακχαρίτη (LPS) στην πρόκληση paw edema assay. Η CBC προκάλεσε δραστηριότητα στην τετράδα που δεν παρεμποδίστηκε από τον ανταγωνιστή υποδοχέα CB1, το rimonabant. Επιπλέον, μια συμπεριφορικά ανενεργή δόση της THC αύξησε τις επιδράσεις της CBC στην τετράδα που συσχετίστηκε με μια αύξηση στις συγκεντρώσεις THC στον εγκέφαλο. Τόσο η CBC όσο και η THC προκάλεσαν δοσοεξαρτώμενες αντιφλεγμονώδεις επιδράσεις στο μοντέλο οιδήματος που προκαλείται από LPS. Στον υποδοχέα CB2, το SR144528 παρεμπόδισε τις αντι-οίδημα δράσεις της THC, αλλά όχι εκείνες που παράγονται από την CBC. Η ισοβολογραφική ανάλυση αποκάλυψε ότι τα αντι-οίδημα αποτελέσματα αυτών των κανναβινοειδών σε συνδυασμό ήταν πρόσθετα. Αν και η CBC παρήγαγε φαρμακολογικά αποτελέσματα, σε αντίθεση με την THC, ο υποκείμενος μηχανισμός δράσης της δεν συμπεριλάμβανε υποδοχείς CB1 ή CB2. Επιπλέον, υπήρξαν ενδείξεις πιθανής φαρμακοκινητικής συνιστώσας στην οποία η CBC αύξησε δοσο-εξαρτώμενα τα επίπεδα στο εγκέφαλο της THC μετά από i.v. ένεση 0,3mg/kg THC. Συμπερασματικά, η CBC παρήγαγε ένα υποσύνολο ενεργητικής συμπεριφοράς στην δοκιμασία τετράδας και το μειωμένο οίδημα του ποδιού που προκαλείται από LPS μέσω ενός μηχανισμού δράσης μη-κανναβινοειδούς υποδοχέα. Αυτές οι επιδράσεις αυξήθηκαν όταν συγχορηγήθηκαν CBC και THC”.
[14] “Crohn’s disease – medical marijuana research overview” (Νόσος του Crohn – Παρουσίαση της έρευνας για την ιατρική χρήση της κάνναβης) https://www.medicalmarijuanainc.com/crohns-disease-medical…/
[15] “Inflammatory bowel didease – medical marijuana research overview” (Φλεγμονώδης νόσος του εντέρου – Παρουσίαση της έρευνας για την ιατρική χρήση της κάνναβης) https://www.medicalmarijuanainc.com/inflammatory-bowel-dis…/
[16] Angelo A Izzo, Raffaele Capasso, Gabriella Aviello, Francesca Borrelli, Barbara Romano, Fabiana Piscitelli, Laura Gallo, Francesco Capasso, Pierangelo Orlando, Vincenzo Di Marzo “Inhibitory effect of cannabichromene, a major non-psychotropic cannabinoid extracted from Cannabis sativa, on inflammation-induced hypermotility in mice” (Ανασταλτική επίδραση της κανναβιχρωμένης, ενός κύριου μη ψυχοτρόπου κανναβινοειδούς που εξάγεται από το Cannabis sativa, σε επαγόμενη από φλεγμονή υπερκινητικότητα σε ποντίκια) Br J Pharmacol. 2012 Jun;166(4):1444–1460.
https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC3417459/
Περίληψη
“ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΚΑΙ ΣΚΟΠΟΣ: Η κανναβιχρωμένη (CBC) είναι ένα σημαντικό μη ψυχοτρόπο φυτοκανναβινοειδές που αναστέλλει την απενεργοποίηση ενδοκανναβινοειδών και ενεργοποιεί το πρόσκαιρο δυναμικό υποδοχέα ανκυρίνης-1 (TRPA1). Τόσο τα ενδοκανναβινοειδή όσο και το TRPA1 μπορούν να τροποποιήσουν τη γαστρεντερική κινητικότητα. Εδώ, ερευνήσαμε την επίδραση της CBC στην εντερική κινητικότητα του ποντικιού σε φυσιολογικές και παθολογικές καταστάσεις.
ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ: Η φλεγμονή επήχθη στο λεπτό έντερο ποντικού με έλαιο croton. Τα ποσοστά ενδοκανναβινοειδούς (ανανδαμίδιο και 2-αραχιδονυλογλυκερόλης), παλμιτοϋλοαιθανολαμίδης και ολεοϋλαιθανολαμίδης μετρήθηκαν με φασματομετρία μάζας υγρής χρωματογραφίας. Οι υποδοχείς TRPA1 και κανναβινοειδών αναλύθηκαν με ποσοτική RT-PCR. Η άνω γαστρεντερική διαμετακόμιση, η παχυσαρκία και η ολική διέλευση του εντέρου αξιολογήθηκαν in vivo. Η συσταλτικότητα εκτιμήθηκε in vitro με διέγερση του απομονωμένου ειλεού σε λουτρό οργάνων με διέγερση ACh ή διέγερση ηλεκτρικού πεδίου (EFS).
ΒΑΣΙΚΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Η χορήγηση του ελαίου croton συσχετίστηκε με μειωμένα επίπεδα ανανδαμιδίου (αλλά όχι 2-αραχιδονυλογλυκερόλης) και παλμιτοϋλαιθανολαμίδης, αυξημένη ρύθμιση των υποδοχέων TRPA1 και CB1 και μείωση των ρυθμιστών των υποδοχέων CB2. Η ex vivo CBC δεν άλλαξε τα επίπεδα των ενδοκανναβινοειδών αλλά άλλαξε την έκφραση mRNA των υποδοχέων TRPA1 και κανναβινοειδών. Η in vivo CBC δεν επηρέασε την κινητικότητα των ποντικών ελέγχου, αλλά ομαλοποίησε την υπερκινητικότητα που προκαλείται από έλαιο croton. Η in vitro CBC μείωσε κατά προτίμηση τις συστολές που προκλήθηκαν από EFS έναντι ACh. Τόσο in vitro όσο και in vivo, το ανασταλτικό αποτέλεσμα της CBC δεν τροποποιήθηκε από ανταγωνιστές υποδοχέα κανναβινοειδούς ή TRPA1.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ ΚΑΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ: Η CBC μειώνει επιλεκτικά την προκαλούμενη από φλεγμονή υπερκινητικότητα in vivo κατά τρόπο που δεν εξαρτάται από υποδοχείς κανναβινοειδών ή από TRPA1”.
[17] “Inflammation – medical marijuana research overview” (Φλεγμονή – Παρουσίαση της έρευνας για την ιατρική χρήση της κάνναβης) https://www.medicalmarijuanainc.com/inflammation-2-medical…/
[18] (ό.π.) “Inhibitory effect of cannabichromene, a major non-psychotropic cannabinoid extracted from Cannabis sativa, on inflammation-induced hypermotility in mice” (Ανασταλτική επίδραση της κανναβιχρωμένης, ενός κύριου μη ψυχοτρόπου κανναβινοειδούς που εξάγεται από το Cannabis sativa, σε επαγόμενη από φλεγμονή υπερκινητικότητα σε ποντίκια)


συνέχεια του κειμένου των άρθρων στο αρχείο:
Κανναβιχρωμένη (Cannabichromene, CBC).pdf
https://www.facebook.com/download/preview/604170136769287

 

Προσθέστε με στη λίστα email με νέα, εκπτώσεις, άρθρα, προϊόντα και εκδηλώσεις του συλλόγου

Δεν στέλνουμε spam!

Με την εγγραφή σας συμφωνείτε με την πολιτική απορρήτου μας.

Αφήστε μια απάντηση